Νέα έρευνα του Queen’s University έδειξε ότι οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες έχουν πιο διαφοροποιημένα μοτίβα σεξουαλικής ανταπόκρισης από αυτά που έχουν αναφερθεί σε προηγούμενες μελέτες.
Η προηγούμενη έρευνα σχετικά με τον γυναικείο σεξουαλικό προσανατολισμό και τα μοτίβα σεξουαλικής απόκρισης είχε επικεντρωθεί στη γενετήσια περιοχή των γυναικών, καθώς και στην υποκειμενική σεξουαλική ανταπόκριση ανάλογα με τη σεξουαλική τους ταυτότητα ως ετεροφυλόφιλες, αμφιφυλόφιλες ή ομοφυλόφιλες. Στις γυναίκες, ωστόσο, έχει βρεθεί ότι υπάρχει σημαντική ετερογένεια ως προς τη σεξουαλική έλξη από άτομα τόσο του ιδίου όσο και του άλλου φύλου, ανεξάρτητα από τη σεξουαλική τους ταυτότητα. Για παράδειγμα, ένα σημαντικό ποσοστό ετεροφυλόφιλων γυναικών που σε κάποιες μελέτες φτάνει το 20%, αναφέρει έναν βαθμό έλξης προς τα άτομα του ιδίου φύλου.
Οι ερευνητές του Queen’s University διεξήγαγαν δύο μελέτες. Στην πρώτη μελέτη οι γυναίκες είδαν σύντομα βίντεο και στη δεύτερη άκουσαν ιστορίες σεξουαλικής αλληλεπίδρασης γυναικών με άνδρες ή με άλλες γυναίκες. Η ανταπόκριση των γεννητικών οργάνων μετρήθηκε με έναν κολπικό φωτοπληθυσμογράφο, μια συσκευή που δίνει ξεκάθαρη εικόνα των τριχοειδών αγγείων που βρίσκονται στο τοίχωμα του κόλπου. Παράλληλα, οι συμμετέχουσες ανέφεραν τα αντιλαμβανόμενα επίπεδα της σεξουαλικής τους ανταπόκρισης.
Οι μελέτες έδειξαν ότι μόνο οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες που έλκονταν κατά αποκλειστικότητα από άνδρες είχαν παρόμοια ανταπόκριση στα γεννητικά τους όργανα μετά την έκθεσή τους σε σεξουαλικό ερέθισμα ανεξάρτητα από το εάν αυτό περιλάμβανε άτομο του ιδίου ή του αντίθετου φύλου. Οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες όμως που ανέφεραν έναν βαθμό έλξης από άτομα του ιδίου φύλου είχαν διαφορετικό μοτίβο σεξουαλικής ανταπόκρισης. Τα γεννητικά τους όργανα ανταποκρίνονταν περισσότερο σε ερεθίσματα που περιλάμβαναν γυναίκες.
Οι γυναίκες που έλκονταν κυρίως ή αποκλειστικά από άνδρες είχαν μοτίβα σεξουαλικής ανταπόκρισης που διέφεραν από τις αναφερόμενες σεξουαλικές τους προτιμήσεις. Αντιθέτως, οι γυναίκες μη ετεροφυλόφιλου σεξουαλικού προσανατολισμού είχαν μοτίβα σεξουαλικής ανταπόκρισης παρόμοια με τις αναφερόμενες σεξουαλικές τους προτιμήσεις. Σε γενικές γραμμές, η έρευνα αναδεικνύει την πολυπλοκότητα της σχέσης ανάμεσα στη σεξουαλική ταυτότητα, τη σεξουαλική έλξη, τη σεξουαλική διέγερση και την ανταπόκριση των γεννητικών οργάνων στα σεξουαλικά ερεθίσματα.
Πρόσφατα μια άλλη μελέτη παρερμήνευσε τα ευρήματα αυτά ισχυριζόμενη ότι η ετεροφυλοφιλία δεν υπάρχει στις γυναίκες, αφού οι ετεροφυλόφιλες ανταποκρίνονται σε σεξουαλικά ερεθίσματα που περιλαμβάνουν άτομα του ιδίου φύλου.
Η παρούσα μελέτη υπογραμμίζει πως η ερμηνεία αυτή δεν είναι σωστή. Η σεξουαλική ταυτότητα των γυναικών, η σεξουαλική έλξη και τα μοτίβα σεξουαλικής ανταπόκρισης δεν εναλλάσσονται το ένα με το άλλο και κατ’ επέκταση ουδείς μπορεί να συμπεράνει τη σεξουαλική επιθυμία ή έλξη μιας γυναίκας από τα μοτίβα της σεξουαλικής της ανταπόκρισης.
Αντιθέτως, η μελέτη δίνει την ευκαιρία ενός πλαισίου κατανόησης της σχέσης της γυναικείας σεξουαλικής ανταπόκρισης με την εμπειρία της σεξουαλικής έλξης και επιθυμίας, κι επιχειρεί να καλύψει τα κενά που υπάρχουν στα σύγχρονα μοντέλα της σεξουαλικής ανταπόκρισης.
Με αφετηρία τα ευρήματα που αναδεικνύουν ότι οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες ανταποκρίνονται στα σεξουαλικά ερεθίσματα που συμπεριλαμβάνουν τόσο άνδρες όσο και γυναίκες, οι ερευνητές θα μπορούσαν να διερευνήσουν το πώς η έκθεση στο σεξουαλικό περιεχόμενο των media, όπου οι γυναίκες αντικειμενοποιούνται και η σεξουαλική αλληλεπίδραση μεταξύ τους είναι συχνή, επηρεάζει τα μοτίβα της σεξουαλικής ανταπόκρισης.
Πηγή: medicalnewstoday
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr
Διαβάστε επίσης