Στην Κύπρο έχουν εντοπιστεί τόσο θύτες όσο και θύματα διεθνών σπειρών παιδικής πορνογραφίας, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Υπεύθυνος του Γραφείου Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και Δικανικού Εργαστηρίου Ηλεκτρονικών Δεδομένων της Αστυνομίας, Ανώτερος Υπαστυνόμος, Ανδρέας Αναστασιάδης, επισημαίνοντας πως όλα αυτά τα περιστατικά αντιμετωπίστηκαν σε συνεργασία με άλλες χώρες με πάρα πολύ καλά αποτελέσματα.
«Το πρόβλημα στην Κύπρο είναι αρκετά σοβαρό και παρατηρείται αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια. Δεν σημαίνει όμως ότι αυξήθηκαν ξαφνικά τα κρούσματα. Κρούσματα πάντα υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν», είπε ο κ. Αναστασιάδης σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, με την ευκαιρία του 3ου Διεθνούς Συνεδρίου με θέμα: «Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο – Τάσεις και Απειλές: Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Διαστάσεις», που οργανώνει η Αστυνομία Κύπρου στις 11 και 12 Ιουνίου στο Συνεδριακό Κέντρο Φιλοξενία, στη Λευκωσία.
Ερωτηθείς για τα πιο συνηθισμένα/διαδεδομένα είδη αδικημάτων που ερευνά το Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, ο κ. Αναστασιάδης σημείωσε πως «τα περισσότερα περιστατικά που αντιμετωπίζουμε στην Κύπρο σχετίζονται με την παιδική σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση μέσω του διαδικτύου και τις επιθέσεις σε συστήματα πληροφοριών».
Με βάση τα στατιστικά στοιχεία, από την αρχή του χρόνου φέτος μέχρι τις 31 Μαΐου οι υποθέσεις που καταγγέλθηκαν στο Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ανέρχονται στις 126, με 65 από αυτές να αφορούν υποθέσεις παιδικής πορνογραφίας και τις 16 παράνομη επέμβαση (hacking). Το 2017 οι υποθέσεις ανήλθαν συνολικά σε 305. Εκατόν τριάντα από αυτές αφορούσαν παιδική πορνογραφία και 58 ήταν υποθέσεις παράνομης επέμβασης. Το 2016 οι υποθέσεις ήταν συνολικά 310 με 126 να αφορούν την παιδική πορνογραφία και 65 την παράνομη επέμβαση. Το 2015 οι υποθέσεις ήταν 257 με αυτές που αφορούν την παιδική πορνογραφία να ανέρχονται στις 154 και την παράνομη επέμβαση τις 33.
Σε ερώτηση για το πρόβλημα της παιδικής πορνογραφίας, ο κ. Αναστασιάδης αφού επεσήμανε πως, με βάση και μελέτη που έγινε από την Europol, η ορθή ορολογία είναι παιδική σεξουαλική κακοποίηση ή παιδική σεξουαλική εκμετάλλευση, σημείωσε πως είναι αδιάφορo αν το θύμα είναι στην Κύπρο ή στο εξωτερικό, και πως αυτό που πρέπει να περάσει στην κοινή γνώμη είναι ότι οποιοσδήποτε κατέχει ή διαδίδει τέτοιο υλικό ή ακόμη προσκαλεί παιδί σε παιδική πορνογραφία, κακοποιεί ή θυματοποιεί ένα παιδί σε οποιανδήποτε χώρα και αν αυτό βρίσκεται.
Ο κ. Αναστασιάδης υπογράμμισε πως «τα τελευταία χρόνια η Αστυνομία ανέπτυξε συνεργασίες με διάφορους οργανισμούς και φορείς τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε διεθνές, με αποτέλεσμα να λαμβάνει περισσότερη και ολοκληρωμένη πληροφόρηση για νέα περιστατικά».
Στο ερώτημα κατά πόσον στην Κύπρο έχουν εντοπιστεί θύτες ή και θύματα διεθνών σπειρών παιδικής πορνογραφίας, ο κ. Αναστασιάδης απάντησε καταφατικά, επισημαίνοντας πως «όλα τα περιστατικά αντιμετωπίσθηκαν σε συνεργασία με άλλες χώρες με πάρα πολύ καλά αποτελέσματα».
Όσον αφορά τις επιθέσεις σε συστήματα πληροφοριών, ο κ. Αναστασιάδης ανέφερε πως τα περισσότερα περιστατικά αφορούν κρυπτογράφηση πληροφοριακών συστημάτων και απαίτηση χρημάτων (ransomware), επιθέσεις άρνησης υπηρεσίας (Ddos attacks), διάδοση κακόβουλων λογισμικών και πλαστογραφία λογαριασμών και ιστοσελίδων ( μη αυθεντικά δεδομένα που παρουσιάζονται ως αυθεντικά με σκοπό την καταδολίευση – phishing).
Γενικά υπάρχουν σχετικά σταθερές αυξήσεις στις υποθέσεις παιδικής πορνογραφίας, αλλά και hacking, ανέφερε και σημείωσε πως υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες το Γραφείο ενημερώνεται ότι κάποιος χρήστης διαδικτύου εξεδήλωσε πρόθεση αυτοκτονίας μέσω διαδικτύου, επισημαίνοντας πως σε όλες τις περιπτώσεις εντοπίσθηκαν οι χρήστες άμεσα και έτυχαν άμεσης στήριξης.
Σε ότι αφορά τις καταγγελίες αναφορικά με αδικήματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο κ. Αναστασιάδης είπε πως η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αυξάνεται συνεχώς από χρήστες όλων των ηλικιών και η Κύπρος κατά αναλογία πληθυσμού κατατάσσεται σε μια από τις πρώτες χώρες στην χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης εντός ΕΕ.
«Κατά τη χρήση των δικτύων αυτών, οι χρήστες διαδικτύου αντιμετωπίζουν διαφορετικά προβλήματα και κινδύνους. Χρήστες διαδικτύου μεγαλύτερης ηλικίας (πάνω των 55 ετών) οι οποίοι δεν έλαβαν οποιαδήποτε εκπαίδευση για τη χρήση του διαδικτύου και των υπολογιστών, τακτικά πέφτουν θύματα απάτης μέσω διαδικτύου διαφόρων μορφών, όπως του φαινομένου sextortion (παραπλανητικές ερωτικές επαφές μέσω διαδικτύου και αργότερα απαίτηση χρημάτων) και phishing (παραπλανητικές διαφημίσεις με προσφορές και χρηματικά ποσά)», σημείωσε.
Πρόσθεσε πως χρήστες διαδικτύου ηλικιών 11-14 και των δύο φύλων είναι πιο ευάλωτοι ως θύματα παιδικής σεξουαλικής εκμετάλλευσης μέσω διαδικτύου. «Εντοπίζουμε συχνά φαινόμενα όπως η διάδοση γυμνών φωτογραφιών ανηλίκων με μεγάλη ευκολία και χωρίς καν να υπάρχει πρόκληση», σημείωσε, αναφέροντας παράλληλα πως σε όλες τις περιπτώσεις ανηλίκων υπόπτων υπάρχει θεσμοθετημένος τρόπος χειρισμού, μέσα από τις αστυνομικές διατάξεις και τη νομοθεσία.
Εντοπίζουμε επίσης ότι χρήστες διαδικτύου όλων των ηλικιών μπορεί να πέσουν θύματα κρυπτογράφησης δεδομένων και απαίτησης χρημάτων με απειλές με μεγάλη ευκολία, κάτι που δεικνύει ότι οι χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών στην Κύπρο δεν είναι προσεκτικοί, σημείωσε.
Ερωτηθείς σε σχέση με την έκταση του hacking λογαριασμών ή ιστοσελίδων στην Κύπρο, ο κ. Αναστασιάδης ανέφερε πως «ο όρος hacking περιλαμβάνει σύμφωνα με την νομοθεσία, πράξεις παράνομης πρόσβασης, επέμβασης και παρέμβασης σε συστήματα πληροφοριών και ηλεκτρονικά δεδομένα, καθώς επίσης και πράξεις που αποσκοπούν στη μη διαθεσιμότητα των ηλεκτρονικών υπηρεσιών προς το κοινό».
«Ως κράτος δεν αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερα σοβαρής μορφής περιστατικά κυβερνοεπιθέσεων στο παρόν στάδιο, αλλά αντιμετωπίζουμε περιστατικά επιθέσεων που έχουν ως σκοπό το κέρδος (ransomware). Επίσης το Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος βρίσκεται σε στενή συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς για ετοιμότητα αντιμετώπισης κυβερνοεπιθέσεων σε τυχόν κρίσιμες υποδομές της Κυπριακής Δημοκρατίας», σημείωσε.
Ερωτηθείς αν είναι μεγάλος ο αριθμός των υποθέσεων που δεν καταγγέλλονται ίσως λόγω φόβου από τα θύματα και αν είναι αποτρεπτικές οι ποινές που ισχύουν για τα διάφορα αδικήματα ηλεκτρονικού εγκλήματος, ο κ. Αναστασιάδης είπε πως το φαινόμενο να μην καταγγέλλονται εύκολα τα αδικήματα ηλεκτρονικού εγκλήματος ανησυχεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.
«Υπάρχει ο φόβος για τυχόν έκθεση του προσώπου ή της επιχείρησης. Θέλω να διαβεβαιώσω ότι πρώτιστος σκοπός του Γραφείου είναι η προστασία των προσώπων θυμάτων ή των εταιρειών και σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να αφεθούν στοιχεία καταγγελίας ή παραπόνου να διαρρεύσει. Για αυτό το γεγονός το Γραφείο διακρίνεται για τον επαγγελματισμό και την διακριτικότητα του χειρισμού των υποθέσεων», σημείωσε.
Ανέφερε ακόμη πως δημιουργήθηκε πλατφόρμα καταγγελιών αδικημάτων μέσω διαδικτύου, η οποία είναι προσβάσιμη μέσω της ιστοσελίδας της Αστυνομίας Κύπρου www.police.gov.cy και της εφαρμογής για έξυπνα κινητά , μέσω της οποία το κοινό μπορεί να καταγγείλει παιδική πορνογραφία, ρατσισμό – ξενοφοβία, απάτες μέσω διαδικτύου και παράνομη πρόσβαση/επέμβαση (hacking).
Όσον αφορά τις ποινές που επιβάλλονται από τα δικαστήρια για τέτοιου είδους αδικήματα, είπε πως στο παρελθόν οι ποινές που επιβάλλονταν δεν ήταν, κατά την άποψή τους, οι πρέπουσες και σε συνεργασία με την Νομική Υπηρεσία προχώρησαν σε κάποιες σοβαρές υποθέσεις σε εφέσεις, πετυχαίνοντας σημαντική αύξηση ποινών, ειδικά για την παιδική πορνογραφία.
Προσπαθούμε να εξηγούμε τη σοβαρότητα των αδικημάτων γενικά του ηλεκτρονικού εγκλήματος που πλέον είναι ένα σύγχρονος τρόπος διάπραξης αδικημάτων, εγκαταλείποντας τον παλαιό τρόπο εγκλήματος όταν απαιτείτο η φυσική παρουσία του δράστη στην σκηνή ενός εγκλήματος, σημείωσε.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο κ. Αναστασιάδης επεσήμανε πως το επίπεδο του Γραφείου Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος είναι πολύ ψηλό κάτι που αναγνωρίζεται τόσο από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ όσο και από χώρες εκτός της ΕΕ, αφού σε τακτά χρονικά διαστήματα μέλη του προσωπικού του καλούνται ως εκπαιδευτές για θέματα ηλεκτρονικού εγκλήματος και δικανικής εξέτασης ψηφιακών τεκμηρίων. Επίσης, σημείωσε καλούμαστε να καταρτίσουμε εκπαιδευτικά προγράμματα με διάφορους διεθνείς οργανισμούς, της ΕΕ και για κράτη μέλη.
Ανέφερε πως το Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος είναι στελεχωμένο με έμπειρο εκπαιδευμένο προσωπικό και εξοπλισμένο με τελευταίας τεχνολογίας εξοπλισμό (software, hardware), σημειώνοντας παράλληλα πως υπάρχει σημαντική έλλειψη προσωπικού καθώς οι απαιτήσεις είναι πάρα πολλές, και η ζήτηση για παραχώρηση υπηρεσιών από το Gραφείο αυξάνεται καθημερινά.
Σε ότι αφορά το Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων ( ΔΕΗΔ), σημείωσε πως αυτό στελεχώνεται από εξειδικευμένο προσωπικό (πτυχιούχους ηλεκτρονικών υπολογιστών και τίτλου master in computer forensics) και διαθέτει εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας. Επεσήμανε πως τα τελευταία δύο χρόνια με ευρωπαϊκά κονδύλια που εξασφάλισε το Γραφείο σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Αστυνομίας έγινε δυνατή η αγορά εξοπλισμού τελευταίας τεχνολογίας ισάξιας και καλύτερης άλλων ευρωπαϊκών εργαστηρίων.
Ο κ. Αναστασιάδης υπογράμμισε πως η συνεργασία με όλους τους διεθνείς οργανισμούς και άλλες χώρες είναι καθημερινή. Άλλωστε δεν μπορεί να λειτουργήσει με επιτυχία και αποτελεσματικότητα η καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος, χωρίς τη διεθνή συνεργασία, αφού το διαδίκτυο δεν έχει σύνορα.
Φυσικά, πρόσθεσε, υπάρχουν και αδυναμίες στη διαχείριση του αυξανόμενου όγκου δεδομένων και της αυτοματοποιημένης συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών κάτι που εντοπίσαμε και είμαστε σε προχωρημένο στάδιο της επίλυσης τους.
Ερωτηθείς για τη σημασία του διεθνούς αστυνομικού συνεδρίου για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο που θα γίνει στην Κύπρο, ο κ. Αναστασιάδης είπε πως η Αστυνομία αναγνωρίζοντας την νέα τάξη πραγμάτων και την ραγδαία αύξηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος, διοργανώνει αυτό το 3ο Διεθνές Συνέδριο, που έχει ως στόχο να καταδείξει τις τάσεις και απειλές του ηλεκτρονικού εγκλήματος και τις προτεινόμενες λύσεις σε τεχνικό και νομικό επίπεδο.
Διαβάστε επίσης