Αν δεν γνωρίζεις τι έζησε για 16 μέρες θα σοκαριστείς. Αν πάλι (τον) γνωρίζεις, θα σοκαριστείς ακόμα περισσότερο.
Ούτε στις πιο γκανγκστερικές ταινίες τα σενάρια δεν είναι τόσο βίαια και ακραία και οι πρωταγωνιστές (οι κακοί της ταινίας) δεν είναι τόσο μοχθηροί. Κι όμως, ο Βαγγέλης Ευαγγέλου υπήρξε πρωταγωνιστής μιας τέτοιας ιστορίας, ως «θύμα απαγωγής».
Αυτός ακριβώς είναι και ο τίτλος του βιβλίου που ο ίδιος βρήκε το κουράγιο να γράψει, 8 χρόνια μετά. Μαζεύοντας τα κομμάτια του, με έναν απίστευτα γλαφυρό τρόπο και σε μορφή ενός προσωπικού ημερολογίου, ο Βαγγέλης περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τον εφιάλτη που έζησε αφότου τον άρπαξαν με τη βία οι τρεις απαγωγείς του.
Ένα συνηθισμένο πρωί (ήταν Παρασκευή, 24 Ιουνίου), βγήκε από το διαμέρισμά του στην Αθήνα, μπήκε στο ασανσέρ και αφού άνοιξε η πόρτα… μεταφέρθηκε στην κόλαση, όπου έμεινε για 16 μέρες. Απαγωγή, λύτρα, βία, φόβος, η αγωνία της μάνας και του πατέρα, η απογοήτευση και τελικά η λύτρωση!
Λύτρωση για τον ίδιο ήταν φυσικά και η διαδικασία συγγραφής του βιβλίου, το οποίο πραγματικά αξίζει να διαβάσεις.
Από τους Ανδρέα Κάτσιη & Μιχάλη Μιχαηλίδη
Φωτογραφίες: Θεοδώρα Ιακώβου
Μετά από όλα όσα έζησες, πόσο εύκολο ήταν -πόσο εύκολο είναι- να επιστρέψεις στην προηγούμενη κανονικότητά σου;
Καθόλου εύκολο, ακόμη και για τα πιο απλά πράγματα όπως για παράδειγμα το να βρεθώ σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο. Μέχρι να ανάψουν τα φώτα, για παράδειγμα, φοβόμουν και είχα ταχυκαρδίες. Κάθε θόρυβος που άκουγα μου φαινόταν ύποπτος, δεν ηρεμούσα σχεδόν ποτέ. Δεν είναι κάτι που ξεπερνιέται, θα υπάρχει πάντα στη ζωή μου. Απλώς μαθαίνω να ζω με αυτό, προσπαθώντας να απαλύνω τα κατάλοιπα και να ζήσω με τις μνήμες μου. Και η μνήμη, να ξέρεις, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Όπως έγραψε η Δημουλά, «η μνήμη είναι το κύριο όνομα των θλίψεων». Αυτή κρατά ζωντανούς και τους φόβους και τις δύσκολες στιγμές.
Δέχτηκες βοήθεια επιστρέφοντας στην Κύπρο;
Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Η οικογένεια μου ήταν το άμεσο στήριγμά μου, από την πρώτη στιγμή. Έμενα μαζί τους, στο πατρικό μου στο Παραλίμνι, για έναν ολόκληρο χρόνο και η στήριξή τους ήταν και είναι ανυπολόγιστη. Πήγα, βέβαια, και σε ψυχολόγο. Έκανα αρκετές επισκέψεις σε ψυχολόγους. Βέβαια, δεν ένιωσα να παίρνω αυτό που είχα ανάγκη. Ναι μεν αυτό με βοήθησε να βάλω τις σκέψεις μου σε μια ροή, ωστόσο, όλο αυτό ήταν και είναι κάτι που πρέπει να το ξεπεράσω μόνος μου. Έπρεπε να το δουλέψω πολύ με τον εαυτό μου και είναι κάτι που εξακολουθώ να το δουλεύω.
Πέρασε καθόλου από το μυαλό σου να καταφύγεις σε ουσίες για να διώξεις εφιάλτες και κακές σκέψεις;
Ποτέ δεν πίστεψα ότι κάτι τέτοιο μπορεί να είναι λύση σε οποιοδήποτε πρόβλημα. Αντίθετα, θεωρώ ότι με το να καταφύγεις σε ουσίες για να «λύσεις» ένα πρόβλημα, το κάνεις χειρότερο και το διογκώνεις.
Γιατί θέλησες να ξύσεις ξανά την πληγή σου γράφοντας για όλα όσα βίωσες;
Ήταν κι αυτό μια διαδικασία ψυχοθεραπείας. Το να γράφουμε πράγματα και να τα βγάζουμε από μέσα μας, είναι πολύ βοηθητικό και λυτρωτικό. Πριν γράψω το βιβλίο ένιωθα άβολα και περίεργα κάθε φορά που με ρωτούσαν τι είχε συμβεί τότε. Πλέον, αυτό δεν ισχύει. Γράφοντας την ιστορία μου απελευθερώθηκα από όλο αυτό.
Παρά την εσωτερική σου ανάγκη να μοιραστείς την ιστορία σου με τον κόσμο, το βιβλίο αποτελεί σαφώς και μια δυναμική επιστροφή σου στο προσκήνιο. Δεν φοβήθηκες αυτή την έκθεση, από την άποψη ότι κάποιοι ενδεχομένως θα πουν πως εκμεταλλεύεσαι το δράμα σου για προσωπική προβολή;
Καταρχάς, δεν νομίζω ότι έχω κάνει κακό για να εκτεθώ αρνητικά. Από την άλλη, οι κακοπροαίρετοι θα είχαν κάτι κακό να πουν ό,τι και να έκανα, όπως κι αν το έκανα. Άρα το να μπω στη διαδικασία να προσπαθώ να δικαιολογηθώ ή να δικαιολογήσω τέτοιες καταστάσεις είναι ανούσιο.
Στο βιβλίο κάνεις συχνές αναφορές για τη δύναμη και το κουράγιο που εμφάνισε η μητέρα σου, στο διάστημα των 16 ημερών. Εσύ πίστευες ότι είχες τόση δύναμη κρυμμένη μέσα σου;
Κατά τη διάρκεια των 16 ημερών που ήμουν δεμένος, νηστικός και χτυπημένος δεν μπορούσα να καταλάβω αν είχα δύναμη να ανταπεξέλθω σε όλο αυτό. Από ένα σημείο και μετά, ήμουν σαν ζωντανός-νεκρός. Ένιωθα ότι δεν είχα άλλες δυνάμεις, ότι αν δεν γινόταν κάτι για να σωθώ, δεν θα άντεχα άλλο. Και επειδή πέρασα πολύ δύσκολες στιγμές αυτές τις 16 ημέρες, ένιωθα ότι δεν είχα άλλα αποθέματα. Ήμουν σε μία πάρα πολύ λεπτή γραμμή κατά πόσο θα καταφέρω να ζήσω ή όχι.
Έπιασες τον εαυτό σου να παρακαλείς να πεθάνεις για να γλυτώσεις;
Ναι, και είναι κάτι που αναφέρω και στο βιβλίο. Παρακαλούσα με κάποιο τρόπο να τελειώσει το μαρτύριο που βίωνα κι αν αυτός ο τρόπος ήταν ο θάνατος, ας ήταν αυτό. Ήξερα ότι μέχρι εκεί ήταν τα αποθέματά μου, έπρεπε να τελειώνει.
Θα μπορούσες να φτάσεις στο σημείο να θέσεις ο ίδιος τέρμα στη ζωή σου;
Όχι. Δεν νομίζω να το έκανα αυτό ποτέ. Αντίθετα, ίσως να έβρισκα τη δύναμη να προσπαθήσω να δραπετεύσω ξανά.
Στην πρόσφατη συνέντευξή σου, στο περιοδικό «ΟΚ», απάντησες και για τις φήμες που κυκλοφόρησαν ότι δήθεν η απαγωγή σου είχε διοργανωθεί από εσένα τον ίδιο. Γιατί κάποιος να πει κάτι τέτοιο;
Επειδή λειτουργεί με τον τρόπο που σου είπα πιο πάνω. Είναι άνθρωποι που θέλουν να σχολιάσουν αρνητικά κάποιον ή κάποια κατάσταση άσχετα με το ποια είναι η αλήθεια. Δεν τους ενδιαφέρει η αλήθεια.
Έχεις αρκετά τατουάζ πάνω στο σώμα σου. Κάποιο απ’ αυτό έχει αναφορά στην ιστορία που βίωσες;
Έχω έναν σταυρό πάνω στο χέρι μου που μου θυμίζει την ιστορία της απαγωγής μου. Μου θυμίζει την πίστη που έδειξα όλο εκείνο το διάστημα. Την πίστη μου στον Θεό και πιο συγκεκριμένα στον Άγιο Εφραίμ. Είναι πολύ σημαντικό, θεωρώ, να έχεις μέσα σου πίστη εξ ου και με κάποιο τρόπο ήθελα να το έχω τατουάζ πάνω μου.
Θεωρείς ότι όντως ο Άγιος Εφραίμ ήταν εκείνος που σε βοήθησε να αντεπεξέλθεις το διάστημα της απαγωγής σου;
Αυτό πιστεύω εγώ μέσα μου. Αν κάποιος θέλει να το αμφισβητήσει είναι δικαίωμά του. Από τη στιγμή που το ένιωσα τόσο έντονα και μάλιστα με μία από τις αισθήσεις μου, αυτήν της όσφρησης, τότε ναι, πιστεύω ότι ο Άγιος Εφραίμ ήταν αυτός που με βοήθησε να σωθώ από αυτή την κατάσταση.
Από τα τρία άτομα που συμμετείχαν στην απαγωγή, μόνο ο ένας συνελήφθη με τους άλλους δύο να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Αυτό δεν σε φοβίζει;
Βάσει όσων έχω διαβάσει, κανένας απαγωγέας δεν επιστρέφει ποτέ στο θύμα του. Όπως εγώ φοβάμαι και αγχώνομαι ότι μπορεί να με βρουν, το ίδιο φοβούνται και αυτοί, να μην τους βρει δηλαδή η αστυνομία. Οπότε, κανείς απαγωγέας δεν μπαίνει σε αυτή τη διαδικασία. Σίγουρα υπάρχει φόβος, αλλά δεν το αφήνω να με καταβάλει. Στην Κύπρο, πάντως, νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια.
Το γεγονός ότι οι απαγωγείς σου ήταν ένας Αλβανός και δύο Μολδαβοί, ήταν κάτι επέδρασα αρνητικά, κάνοντάς σε ίσως πιο επιφυλακτικό απέναντι σε αυτές τις εθνικότητες;
Αυτό που έζησα θα μπορούσε να είχε συμβεί στον οποιονδήποτε και θα μπορούσε να είχε διοργανωθεί από τον οποιονδήποτε. Έτυχε να είμαι εγώ και έτυχε να ήταν αυτοί, δεν σημαίνει ότι ένας ολόκληρος λαός είναι απαγωγείς. Ποτέ δεν ήμουν ρατσιστής και δεν πρόκειται να γίνω. Αντίθετα, είμαι πολύ κατά του ρατσισμού.
Όπως αναφέρεις στο βιβλίο, δεν έχεις εικόνα των προσώπων των απαγωγέων σου, ωστόσο ξέρεις πολύ καλά τις φωνές τους. Σου έτυχε να ακούσεις κάποια φωνή που να σου ξυπνήσει μνήμες;
Αν ακόμη και τώρα μου βάλεις να ακούσω τις πραγματικές φωνές τους, δεν θα καταλάβω ότι είναι αυτοί. Το πιο δύσκολο που έκανα, ως προς τις φωνές, και το πιο ψυχοφθόρο, ήταν όταν χρειάστηκε να κάνω απομαγνητοφώνηση τους διαλόγους των απαγωγέων με την μητέρα μου για το βιβλίο. Αυτό ήταν πολύ σοκαριστικό και ψυχοφθόρο και μου πήρε πολύ καιρό να την ολοκληρώσω, αφού δεν άντεχα να συνεχίσω να γράφω τους διαλόγους από το κλάμα και την ένταση. Και επειδή αυτοί οι διάλογοι υπάρχουν στο βιβλίο, όταν το διαβάσει κάποιος θα καταλάβει τι εννοώ.
Μεταξύ άλλων απείλησαν ότι θα πουλούσαν και τα όργανά σου. Πιστεύεις ότι θα το έκαναν;
Το πιστεύω, ναι. Αν δεν έπαιρναν τα χρήματά που ζητούσαν, θα το έκαναν. Θα με σκότωναν και θα πουλούσαν τα όργανά μου.
Για την απελευθέρωσή σου δόθηκε ένα αρκετά μεγάλο ποσό, που βρέθηκε δύσκολα. Η οικογένειά σου οικονομικά σε τι κατάσταση βρίσκεται σήμερα;
Εκείνα τα λεφτά που δώσαμε στους απαγωγείς, επειδή δεν τα είχαμε και χρειάστηκε να τα δανειστούμε από δύο τράπεζες, βάζοντας υποθήκη ακίνητη περιουσία, ακόμη και σήμερα τα χρωστάμε μαζί με τους τόκους. Είναι ένα πολύ μεγάλο ποσό που δεν αποπληρώνεται με δόσεις.
Αφού πέρασε τελικά ο εφιάλτης, πόσο δύσκολο ήταν για σένα να ακούς τους δικούς σου να σου περιγράφουν ξανά την ιστορία, από τη δική τους πλευρά αυτή τη φορά;
Ξεκινώντας να καταγράφω την ιστορία, είχα αποφασίσει να ακούσω μόνο την πλευρά της μητέρας μου και πώς το βίωσε εκείνη σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους. Εκτός από κάποια μικρά περιστατικά που αφορούσαν τον πατέρα μου και ρώτησα τον ίδιο. Ως προς το συναίσθημα, όμως, δούλεψα με την μητέρα μου. Όταν ξεκίνησα να της παίρνω συνέντευξη, δεν το άντεξα. Ακόμη και σήμερα όταν το λέω συγκινούμαι. Δεν άντεξα να μου περιγράφει όσα έζησε και να την κοιτάζω στα μάτια, ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου. Έκλαιγα συνεχώς και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ για να καταγράψω τα γεγονότα. Όταν το συνειδητοποίησα, της ζήτησα να γράψει όλα όσα έζησε σε ένα χαρτί. Έτσι η μητέρα μου, μου έδωσε αρκετές σελίδες με την ιστορία της, κάτι που της έκανε επίσης καλό, καθώς τα έβγαλε από μέσα της.
Δεν σκέφτηκες, για να αποφύγεις αυτή τη διαδικασία, να κάνει ίσως ένας τρίτος αυτή τη δουλειά;
Δεν θα ήταν το ίδιο, θα υστερούσε στο συναίσθημα. Άλλωστε, όλη αυτή η συναισθηματική φόρτιση βοήθησε στο να βγει το αποτέλεσμα που ήθελα.
Λένε πως όταν είσαι σε κατάσταση σοκ, δημιουργούνται κενά μνήμης. Βίωσες κάτι τέτοιο; Έχεις κενά στην ιστορία σου;
Θυμόμουν τα πάντα ξεκάθαρα. Και αυτό οφείλεται στις λεπτομερείς καταθέσεις που έπρεπε να δώσω στην Αστυνομία για τα γεγονότα, ούτως ώστε να τη βοηθήσω να βρει τους δράστες, αμέσως μετά την απελευθέρωσή μου. Ήταν τόσο έντονα όλα, που δεν μπορείς να τα ξεχάσεις. Δεν μπορούν να υπάρξουν κενά μνήμης.
Βαγγέλη, εγκαταλείποντας την Αθήνα για την Κύπρο, άφησες πίσω σου και μία στρωμένη καριέρα, γνωριμίες και προοπτικές. Δεν θα ήθελες να επιστρέψεις κάποια στιγμή πίσω σε όλο αυτό;
Επέστρεψα Κύπρο απρόσμενα, ένεκα όλου αυτού που είχε συμβεί, ωστόσο η κυπριακή τηλεόραση μου συμπεριφέρθηκε πολύ όμορφα, όπως και οι άνθρωποί της. Δεν θα ήθελα να ζήσω ξανά τον κυκεώνα της ελληνικής τηλεόρασης, εξ ου και όλες τις προτάσεις που δέχτηκα από Ελλάδα, όλα τα προηγούμενα χρόνια, τις απέρριψα πολύ συνειδητοποιημένα.
Μετά από όλο αυτό που βίωσες, υπάρχει κάτι που σου έμεινε ως μότο ζωής;
Πολλά, όχι μόνο ένα. Θα σταθώ, όμως, σε δύο. Το ένα είναι η πίστη στον Θεό που μετά από ότι μου συνέβη έγινε πολύ πιο δυνατή. Το δεύτερο, είναι πως πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ που λέμε τι, ποιος ακούει αυτό που λέμε και πώς το επεξεργάζεται στο μυαλό του. Το γιατί, θα το καταλάβετε διαβάζοντας το βιβλίο.
Ο «νέος» Βαγγέλης σε τι διαφέρει από τον προηγούμενο;
Βελτιωνόμαστε επί καθημερινής βάσης, ωστόσο μετά από κάτι τόσο έντονο που σε ταρακουνά, αναπόφευκτα γίνεσαι πιο σκεπτόμενος άνθρωπος, καλύτερος και κάποιες φορές πιο καχύποπτος, κάτι που δεν κατ’ ανάγκη κακό.
Το βιβλίο «Θύμα Απαγωγής, μια αληθινή ιστορία» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Εν Τύποις» και θα το βρείτε σε όλα τα καλά βιβλιοπωλεία.
Ταυτότητα φωτογράφησης
Φωτογραφίες: Θεοδώρα Ιακώβου
Μακιγιάζ: Στάλω Αθάνατου
Κομμώσεις: The Hair Lounge by Ektoras