Σε ντοκιμαντέρ του BBC, της σειράς Murder, Mystery and my Family, 65 χρόνια μετά έρχεται και πάλι στο φως του φοβερού φονικού που συγκλόνισε την Κύπρο και το Λονδίνο όταν πεθερά Στυλλού Παντοπίου, η οποία ταξίδεψε μέχρι την Αγγλία και σκότωσε με αποτρόπαιο τρόπο την γυναίκα που επέλεξε να παντρευτεί ο γιος της.
Ο εγγονός της Στυλλούς, Τόμυ Χριστόφης μαζί με τους δικηγόρους Wass και Jeremy Dein ερευνούν τα γεγονότα της υπόθεσης, ζωντανεύοντας τις εικόνα χρόνια μετά και δίνουν απάντηση σε μερικές μυστικές πτυχές της δολοφονίας.
Μέσα από τις έρευνες οι δικηγόροι προσπαθούν να αποδείξουν την άδικη απόφαση του τότε δικαστηρίου, το οποίο αποφάνθηκε τον απαγχονισμό της, και έμεινε στην ιστορία ως η πρώτη γυναίκα που απαγχονίστηκε στην Αγγλία.
H Στυλλού Παντοπίου – Χριστοφή ήταν η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στη Μεγάλη Βρετανία, μετά από 30 χρόνια. Ήταν επίσης η προτελευταία, καθώς οκτώ μήνες αργότερα, ακολούθησε η εκτέλεση της Ρούθ Έλις, η οποία είχε δολοφονήσει τον εραστή της έξω από ένα εστιατόριο, που από διαβολική σύμπτωση, απείχε μόλις λίγα μέτρα από το σπίτι των Χριστοφή. Η Ruth Ellis ήταν η τελευταία γυναίκα που εκτελέστηκε στο νησί.
Η Στυλλού Παντοπίου γεννήθηκε το 1900 σε ένα μικρό και απομονωμένο χωριό της Κύπρου και μεγάλωσε σε ένα πολύ βίαιο οικογενειακό περιβάλλον, που όπως αποδείχθηκε έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη μετέπειτα ζωή της.
Η οικογένεια και ο πρώτος φόνος
Σε ηλικία 25 ετών, παντρεύτηκε έναν πάμπτωχο συντοπίτη της και μαζί απέκτησαν έναν γιο. Οι οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας ήταν μεγάλες, καθώς το μόνο που είχαν ήταν ένα μικρό χωράφι με ελιές.
Την εποχή εκείνη, λόγω του μητριαρχικού χαρακτήρα της οικογένειας, στο σπίτι ζούσε μαζί τους και η μητέρα του άντρα της, η οποία ασκούσε μεγάλη επιρροή στο γιο της. Ο αγώνας για «επικράτηση» στο σπίτι ήταν ανελέητος και έτσι οι άγριοι τσακωμοί ήταν αναπόφευκτοι.
Το 1925, ένα βράδυ, σε έναν από τους πολλούς καυγάδες μεταξύ των δύο γυναικών, η Στυλλού βγήκε εκτός ελέγχου. Με τη «συνεργασία» δύο συγχωριανών της, έχωσε ένα αναμμένο δαυλί στο στόμα της πεθεράς της, η οποία βρήκε φρικτό θάνατο.
Τα στοιχεία εναντίον της δεν ήταν αρκετά για να καταδικαστεί, αν και θεωρούνταν η βασική ύποπτη για τη στυγερή δολοφονία. Η αλληλοκάλυψη με τις συνεργούς της ήταν άψογη, ενώ οι τρεις γυναίκες έδωσαν «όρκο σιωπής.» Τελικά απαλλάχθηκε λόγω αμφιβολιών.
Μετά από τη δολοφονία, η Στυλλού εγκαταλείφθηκε από τον άντρα της και μεγάλωνε μόνη της το γιό τους Σταύρο, στον οποίο είχε μεγάλη αδυναμία.
Ο Σταύρος εγκαταστάθηκε το 1941 στο Λονδίνο και εργαζόταν ως σερβιτόρος στο Cafe de Paris. Εκεί γνώρισε την Hella Bleicher, ένα μοντέλο από τη Γερμανία, την οποία παντρεύτηκε και μαζί της απέκτησε τρία παιδιά.
Η μοναξιά και η «επίσκεψη» στο Λονδίνο
Η Στυλλού, μόνη στην Κύπρο και μακριά από τον μονάκριβο γιο της για δώδεκα χρόνια, ένιωθε τεράστια μοναξιά, καθώς μάθαινε νέα του σπάνια μέσα από γράμματα που της έστελνε από την Αγγλία.
Μετά από λίγο καιρό, αποφάσισε να επισκεφθεί το γιό της και τα εγγόνια της, μία επίσκεψη που έμελλε να κρατήσει πολύ.
Έφτασε στην αγγλική πρωτεύουσα το 1953 και εκεί ανακοίνωσε στο γιό της ότι ήθελε να μείνει για περισσότερο διάστημα, προκειμένου να μαζέψει χρήματα για να αγοράσει καινούριο σπίτι στην Κύπρο.
Ως πεθερά αυτή τη φορά και αφού ζούσε μαζί τους, η Στυλλού επεμβαίνει στη ζωή του ζευγαριού με άσχημο τρόπο και οι χαλαρές οικογενειακές στιγμές μετατράπηκαν σε κόλαση, κυρίως για τη γυναίκα του Σταύρου, Hella. Η νεαρή γυναίκα γίνεται στόχος της Στυλλούς, ενώ «αναλαμβάνει» η ίδια την ανατροφή των τριών παιδιών.
Τον Ιούλιο του 1954, η Hella ανήμπορη πλέον να διαχειριστεί το μαρτύριο που ζούσε η ίδια και τα παιδιά της, αποφάσισε να ζητήσει από τον άντρα της να διώξει τη μητέρα του από το σπίτι. Ο Σταύρος συμφώνησε και ανακοίνωσε την απόφαση στη μητέρα του. Η αντίστροφη μέτρηση για τη Hella είχε ξεκινήσει, αφού η Στυλλού δε μπορούσε να διανοηθεί ότι μια «ξένη» έκανε κουμάντο στην «οικογένειά» της.
Το άγριο φονικό
Στις 29 Ιουλίου 1954, οι δύο γυναίκες έμειναν μόνες στο σπίτι, καθώς ο Σταύρος είχε φύγει για τη δουλειά. Τότε η Στυλλού σε ανύποπτο χρόνο, άρπαξε το μαντεμένιο δίσκο που μαζεύει τις στάχτες από το τζάκι και με δύναμη χτύπησε πολλές φορές τη νεαρή γυναίκα στο κεφάλι. Ενώ η Hella βρισκόταν στο πάτωμα αιμόφυρτη, τη στραγγάλισε με ένα μαντήλι. Τόσο βίαιος ήταν ο στραγγαλισμός, που η φόνισσα πεθερά αναγκάστηκε να το βγάλει από το λαιμό της άτυχης νύφης της κόβοντάς το. Η Στυλλού όμως δεν έμεινε εκεί. Αφού περιέλουσε το άψυχο σώμα της Hella με παραφίνη, του έβαλε φωτιά και πέταξε το πτώμα στην αυλή, ενώ έβγαλε τη βέρα από το δάχτυλο της νεαρής γυναίκας και το έκρυψε στο δωμάτιο.
Τα ξημερώματα, όταν ο κύριος και η κυρία Μπέρστοφ επέστρεφαν στο σπίτι τους, είδαν μία γυναίκα να πέφτει στις ρόδες του αυτοκινήτου τους και με σπαστά αγγλικά να φωνάζει: «Σας παρακαλώ ελάτε. Ξέσπασε φωτιά και τα παιδιά κοιμούνται.»
Οι Μπέρστοφ έτρεξαν στο σπίτι, αλλά είδαν τη φωτιά που είχε σβήσει στην αυλή και το καμένο σώμα της Hella στο έδαφος. Το σημάδι του στραγγαλισμού στο λαιμό ήταν ευδιάκριτο και έτσι κάλεσαν την αστυνομία. Η Στυλλού προσπάθησε να πείσει τις Αρχές ότι δεν είχε καταλάβει πώς ξέσπασε η φωτιά. Υποστήριξε ότι ξύπνησε από τη μυρωδιά του καπνού και βρήκε το άψυχο σώμα της Hella στην αυλή, χωρίς ωστόσο να μπορέσει να δώσει επαρκείς εξηγήσεις για το λόγο του υποτιθέμενου αυτοπυρπολισμού της νύφης της. Επέμενε ότι δεν ήξερε τίποτα, αλλά συνελήφθη όταν οι αστυνομικοί βρήκαν στο δωμάτιό της τη βέρα της Hella.
Η καταδίκη και ο απαγχονισμός
Στη δίκη που ξεκίνησε τον Οκτώβρη του 1954, ο γιος της Σταύρος, προσπάθησε να την πείσει να δηλώσει ότι δεν είχε «σώας τας φρένας» αλλά εκείνη ήταν ανένδοτη. «Είμαι φτωχή και αγράμματη, αλλά δεν είμαι τρελή.»
Ο ψυχίατρος που την εξέτασε στη φυλακή Holloway κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έπασχε από παραληρητική διαταραχή, που προερχόταν από το φόβο της ότι η Hella δεν ανέτρεφε σωστά τα εγγόνια της και ότι κάποια στιγμή δεν θα την άφηναν να τα δει.
Στις 15 Δεκεμβρίου 1954, η Στυλλού Παντοπίου άφησε την τελευταία της πνοή στην αγχόνη, από το χέρι του δήμιου της Albert Pierrepoint.
Η κύπρια φόνισσα πέθανε μόνη της, καθώς ούτε ο γιός της ήταν παρών στην εκτέλεση. Τελευταία επιθυμία της ήταν να βάλουν ένα σταυρό στον τοίχο του χώρου που την εκτέλεσαν, κάτι το οποίο έγινε.
Η Στυλλού μπήκε σε ένα τάφο χωρίς κανένα διακριτικό στο χώρο της φυλακής. Το 1971 έγιναν εργασίες στη φυλακή και απαιτήθηκε να γίνει η εκταφή όσων γυναικών είχαν εκτελεστεί. Μαζί με τα λείψανα των Ρούθ Έλις, Έντιθ Τόμπσον, Αμέλια Σάχ και Άννυ Γουόλτερς, τα οστά της Χριστοφή μπήκαν σε ομαδικό τάφο του Brookwood, ο οποίος έμεινε αμαρκάριστος μέχρι το 1993 οπότε και τοποθετήθηκε μια πλάκα με τα ονόματα και των πέντε γυναικών.