Site icon Hallocy

Ξυλοφόρτωσε την συμβία του επειδή αρνήθηκε να κάνουν έρωτα γιατί ήταν κουρασμένη

Ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση το Ανώτατο Δικαστήριο σε σχέση με καταδίκη 39χρονου με βεβαρημένο παρελθόν, στον οποίο το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού επέβαλε ποινή φυλάκισης 18 μηνών με τριετή αναστολή, για τον ξυλοδαρμό της συμβίας του επειδή αρνήθηκε να κάνουν έρωτα.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, τον Ιούνιο του 2018, ο 39χρονης και η συμβία του, βάφτισαν το βρέφος τους και για να γιορτάσουν το γεγονός, παρέθεσαν γεύμα στις οικογένειες τους. Ακολούθως το ζεύγος, μαζί με την αδελφή και τη θεία της παραπονούμενης, πήγαν σε κέντρο της Λεμεσού για ποτό μέχρι τις πρωινές.

Στη συνέχεια, επέστρεψαν στο σπίτι του 39χρονου και ξάπλωσαν στο κρεβάτι του υπνοδωματίου τους, ενώ στο σαλόνι κοιμόταν το βρέφος τους με τη πεθερά του 39χρονου.

Ο κατηγορούμενος ήθελε να κάνουν έρωτα αλλά η παραπονούμενη αρνήθηκε να ανταποκριθεί στο σεξουαλικό του κάλεσμα του 39χρονου, λόγω κούρασης.

Γεγονός που εξόργισε τον κατηγορούμενο, ο οποίος άρχισε να φωνάζει και να τη κτυπά με τα χέρια του στο κεφάλι και σε άλλα μέρη του σώματός της.

Όπως δε γίνεται αντιληπτό προκλήθηκε αναστάτωση και το βρέφος τους άρχισε να κλαίει, ενώ η μητέρα της παραπονούμενης δέχτηκε χαστούκισμα από τον 39χρονο γαμπρό της, όταν προσπάθησε να τον εμποδίσει να κτυπά την κόρη της.

Αμέσως μετά η παραπονούμενη, έντρομη, το έβαλε στα πόδια και στη συνέχεια μεταφέρθηκε από τη θεία της στον αστυνομικό σταθμό, όπου και κατήγγειλε τον 39χρονο ότι την κτύπησε.

Η παραπονούμενη εξετάστηκε από ιατρό του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού, στον οποίο την παρέπεμψε η Αστυνομία, ο οποίος διαπίστωσε ότι έφερε αιμάτωμα στην αριστερή κροταφική χώρα, εκδορές και αιμάτωμα σε δάχτυλο του αριστερού ποδιού και γονάτου, ενώ διαπιστώθηκε και κάταγμα στη δεύτερη φάλαγγα του δεύτερου δαχτύλου του αριστερού ποδιού. Η ίδια δε παραπονείτο για άλγος στην κεφαλή, στο αριστερό γόνατο και στο άκρο του αριστερού ποδιού.

Με βεβαρημένο παρελθόν

Σε ότι αφορά το ποινικό μητρώο του 39χρονου, αυτός παραδέχθηκε ότι (α) στις 14.1.2014 καταδικάστηκε από Δικαστήριο των Βρετανικών Βάσεων σε έξι μήνες φυλάκιση με αναστολή για κλοπή, (β) στις 2.7.2014 καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού σε 45 ημέρες φυλάκιση με αναστολή για το αδίκημα της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, (γ) στις 10.10.2014 καταδικάστηκε από το ίδιο Δικαστήριο σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης πέντε-εννέα μήνες φυλάκιση με αναστολή για τα αδικήματα της κλοπής, πλαστογραφίας, πλαστοπροσωπίας και απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, (δ) στις 22.10.2014 καταδικάστηκε από το ίδιο Δικαστήριο σε εννέα μήνες φυλάκιση με αναστολή για το αδίκημα της βαριάς σωματικής βλάβης και (ε) στις 11.5.2018 απαλλάχθηκε υπό όρους από Δικαστήριο των Βρετανικών Βάσεων για άσκηση βίας μέσα στην οικογένεια.

Η πρωτόδικη απόφαση

Το πρωτόδικο Δικαστήριο χαρακτήρισε τη συμπεριφορά του 39χρονου έναντι της παραπονούμενης «αναιτιολόγητη και αδικαιολόγητη αλλά και βίαιη», το δε αδίκημα του σοβαρό αφού «η σοβαρότητα του αδικήματος που διέπραξε ο κατηγορούμενος είναι δεδομένη και αυτό αντικατοπτρίζεται μέσα από τις προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές, οι οποίες αναμφίβολα φέρουν κακουργηματικό χαρακτήρα».

Ωστόσο, αφού έλαβε υπόψη και τις προσωπικές του συνθήκες, τη δήλωση της παραπονούμενης ότι δεν έχει παράπονο, την παραδοχή του, ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν σε κατάσταση μέθης και ότι το κάταγμα που υπέστη η παραπονούμενη στο δάχτυλο της αποθεραπεύτηκε, του επέβαλε ποινή φυλάκισης 18 μηνών.

Ανατροπή στο Ανώτατο

Σε έφεση που ασκήθηκε για «έκδηλα ανεπαρκής ποινή», τέθηκε μεταξύ άλλων, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι ο 39χρονος βαρύνεται με πέντε προηγούμενες καταδίκες, από τις οποίες οι τρεις αφορούν σε αδικήματα άσκησης βίας.

Το Ανώτατο έκρινε ότι «όντως, υπό τα περιστατικά της υπόθεσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο επέδειξε μεγάλη επιείκεια, σε βαθμό που η ποινή φυλάκισης των 18 μηνών που επέβαλε στον 39χρονο να ευρίσκεται στο μεταίχμιο της επιείκειας και της ανεπάρκειας. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως έκδηλα ανεπαρκής και ενόψει τούτου δεν δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου».

Ωστόσο σε ότι αφορά την αναστολή της ποινής του, ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση ενεργοποιώντας την εκτέλεση της ποινής του.

«Όση δε βαρύτητα και να προσέδιδε ένα Δικαστήριο στις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του εφεσίβλητου, μας είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι συνέτρεχαν λόγοι που δικαιολογούσαν αναστολή της ποινής. Τοσούτω μάλλον όταν στον εφεσίβλητο δόθηκαν επανειλημμένως ευκαιρίες, με την αναστολή ποινών που του επιβλήθηκαν στο παρελθόν, για αδικήματα που είχαν στον πυρήνα τους άσκηση βίας. Έσφαλε επομένως το πρωτόδικο Δικαστήριο στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας για αναστολή της ποινής, με επακόλουθο τη μη αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου και την αποδυνάμωση του αποτρεπτικού χαρακτήρα της ποινής που, κατά πάγια νομολογία, πρέπει να χαρακτηρίζει τις ποινές που επιβάλλονται σε αδικήματα της εξεταζόμενης φύσεως».

Ντίνα Κλεάνθους

reporter.com.cy

Exit mobile version