Περηφάνια για τα όσα τους έμαθε ως πατέρας, ως πολιτικός και ως άνθρωπος ο Δημήτρης Χριστόφιας δήλωσε ο γιος του Χρίστος στη εκφωνώντας τον επικήδειο λόγο εκ μέρους της οικογένειας του.
“Να πας στο καλό παπά μας. Να ξεκουραστείς και να ησυχάσεις. Εμείς, τα εγγόνια της πλύστρας, θα το έχουμε τιμή μας τζιαι καμάρι μας. Εμείς θα μιλούμε πάντα περήφανα για το πώς η ανάγκη έγινε η Ιστορία. Και δεν θα αφήσουμε την Ιστορία να γίνει σιωπή. Και τώρα, και πάντα», ανέφερε αποχαιρετώντας τον πατέρα του ο Χρίστος Χριστόφιας.
«Οι συντρόφοι σου, οι καρντάσιηες σου, οι γιολντάσιηες σου, οι εργάτες πάνω στις σκαλωσιές, οι αρκάτες, οι τεχνίτες, οι υπάλληλοι, οι φοιτητές, οι μαθητές, οι κουρασμένοι της δουλειάς, ο κόσμος της δουλειάς. Οι άνθρωποι των τεχνών, των γραμμάτων, του πολιτισμού. Οι απλοί και ταπεινοί κλαίνε για σένα. Καρφιτσώνουν σήμερα το δάκρυ τους στο πέτο σου, το τελευταίο και το μεγαλύτερο παράσημο. Κλαίνε για σένα σήμερα όλοι αυτοί που πάλεψες μαζί τους, που αγωνίστηκες μαζί τους, που γέλασες μαζί τους, που έκλαψες μαζί τους. Κλαίνε για σένα σήμερα όλοι αυτοί που πορεύτηκες μαζί τους. Όλοι αυτοί που βάδισες μπροστά μαζί τους. Φεύγεις όπως ήρθες. Με τα χέρια καθαρά. Έντιμος, αξιοπρεπής και ακέραιος ως το τέλος. Με το μέτωπο ψηλά. Γιατί σαν κομμουνιστής και σαν άνθρωπος έκαμες το καθήκον σου», ανέφερε στην εισαγωγή του φανερά συγκινημένος ο Χρίστος Χριστόφιας.
Αναφέρθηκε στα προβλήματα υγείας που ταλαιπώρησαν τον πατέρα του για χρόνια λέγοντας πως η αρρώστια που τον βασάνισε μέχρι το τέλος, υπήρξε «ανάξια πλερωμή».
«Ήσουν αυτός που, μαζί με τη μάνα μας, μάς έμαθες πρώτα και πάνω από όλα να είμαστε ανθρώποι. Μας έμαθες να δίνουμε, όχι να αρπάζουμε. Μας έμαθες να αγαπούμε, όχι να χρησιμοποιούμε. Μας έμαθες να κοιτάζουμε τίμια κατευθείαν στα μάτια τους ανθρώπους, ούτε ψηλά, ούτε χαμηλά. Μας έμαθες να είμαστε αγωνιστές μέσα στη ζωή», είπε χαρακτηριστικά.
Η τελευταία φορά είπε που τον είδαν να χαμογελά ήταν όταν τιμήθηκε από το Σωματείο Δίκωμο 1974.
«Το Δίκωμο ήταν η αφετηρία σου και εμείς ξέρουμε πόσο έκαιγε τα σωθικά σου ο πόθος της επανένωσης, ο πόθος το Δίκωμο να γίνει ξανά ο προορισμός σου. Έφυγες από το Δίκωμο τη μέρα του πραξικοπήματος με τη μάνα μας με τα ρούχα που φορούσατε και τη Μαριάννα 40 ημερών μωρό. Και μόνο κοίταξες κατάματα αυτούς που σας σταμάτησαν με τα καλάσνικωφ. Τους κοίταξες κατάματα και αυτοί κατέβασαν τα όπλα. Ο ίδιος μας εκμυστηρεύτηκες ότι χρόνια αργότερα ένας από αυτούς στάθηκε μπροστά σου και με δάκρυα στα μάτια σε ρώτησε: «Θα με συγχωρέσεις ποτέ;». Και εσύ τον φίλησες και του είπες: «Μακάρι να το έκαμναν όλοι τούτο που κάμνεις εσύ τωρά». Αυτός ήσουν παπά μας. Ένας άνθρωπος λεβέντης, που δεν υποχωρούσε, που δεν λύγιζε. Ένας άνθρωπος που ήξερε να αγαπά και να συγχωρεί», είπε.
Αναφέρθηκε επίσης στους στενούς δεσμούς του με την προοδευτική πτέρυγα των Τ/κ λέγοντας ότι αντίκρυζε τον κυπριακό λαό στην ολότητα του Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμένηδες και Λατίνους.
«Έφυγες με τον καημό της μοιρασμένης μας πατρίδας. Ο καημός σου είναι ο όρκος μας. Θα συνεχίσουμε κάθε ώρα, κάθε μέρα, να παλεύουμε, όλο και πιο πολύ, όλοι και πιο πολλοί για να ενώσουμε τον τόπο μας και το λαό μας. Να΄σαι βέβαιος», τόνισε.
Διαβάστε επίσης