Η Αλεξία Μαυρικίου είναι ένα φωτεινό πλάσμα, χαμογελαστό που τη γνωρίζω από παιδί. Πρόσφατα ένας φίλος της σε μια συζήτηση που είχαμε μου ανέφερε ένα γεγονός που είναι και η αιτία για την οποία θεώρησα σωστό να κάνουμε την παρούσα συνέντευξη. Μου είχε πει λοιπόν αυτός ο κοινός φίλος πως όταν ήταν στρατιώτης η Αλεξία είχε παρευρεθεί σε ένα από τα σεμινάρια που διοργανώνει το ίδρυμα εις μνήμην του Γιώργου Μαυρίκιου, του αδελφού της, του οποίου ιδρύματος προεδρεύει η μητέρα της και συστάθηκε με αφορμή τον θάνατο του Γιώργου, ο οποίος την Πρωτοχρονιά του 2007 παρασύρθηκε από μεθυσμένο οδηγό ενώ βρισκόταν στο πεζοδρόμιο έξω από σπίτι φιλικού του προσώπου μαζί με την κοπέλα του. Το γεγονός ότι ο Γιώργος χάθηκε εντελώς άδικα συγκλόνισε το παγκύπριο. Σκέφτηκα λοιπόν ότι με αφορμή το ρεπορτάζ του «Π» το Σάββατο, για τα θανατηφόρα δυστυχήματα του 2019, που ήταν περισσότερα από το 2018, θα ήταν ορθό να ακούσουμε αυτό το πλάσμα που πέρασε τόσα, όσα χρειάζεται κάποιος για να «πολεμά» για το υπόλοιπο της ζωής του να πείσει για το αυτονόητο: Η ζωή μας δεν είναι παίξε-γέλασε!
Η πρώτη κουβέντα
Ήρθε με επιφύλαξη στο ραντεβού, αλλά γνωρίζοντάς την ήξερα ότι θα έλεγε όσα ένιωθε με την ειλικρίνεια που τη διακατέχει. Ξεκινά να εξιστορεί την πρώτη φορά που μίλησε σε συνομήλικούς της… «Είχα πάει με τη μητέρα μου σε ένα στρατόπεδο που ανάμεσα στα παιδιά που ήταν εκεί ήταν και αγόρια που λίγους μήνες πριν ήμασταν στην ίδια τάξη. Τότε με ρώτησε η μητέρα μου αν έχω ανάγκη να πω κι εγώ κάτι. Δεν είναι ότι αποφεύγω να μιλάω για όσα περάσαμε με τον θάνατο του αδελφού μου, αλλά από την άλλη εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι είχα μια ευκαιρία. Εκείνο που λέω είναι πως έστω και ένα άτομο να πείσεις να μην οδηγήσει εάν έχει πιει ή να βάλει τη ζώνη του πριν πάρει τιμόνι, αν προβληματιστεί έστω και ένα παιδί, είναι κέρδος. Έτσι άρχισα να εξηγώ στα παιδιά τη σημασία της πρόληψης. Δεν είναι ανάγκη να πάθεις το κακό και μετά να βάλεις μυαλό», ήταν τα πρώτα της λόγια. «Πήρα λοιπόν τον λόγο, θυμάμαι, και άρχισα να τους εξηγώ αρχικά ότι κι εγώ ως νέος άνθρωπος βγαίνω, πίνω ποτό, ξενυχτώ. Τους είπα όμως πως ο αδελφός μου δεν έφταιξε, αλλά εδώ και χρόνια βρίσκεται στον τάφο λόγω της εγκληματικής αμέλειας ενός άλλου, που εκτός του ότι τον παρέσυρε είχε το θράσος να τον αφήσει νεκρό μπροστά στα μάτια των φίλων του και να πάει να κοιμηθεί, λες και δεν έγινε τίποτε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ που αγόρια 18 χρονών βούρκωσαν, με έβλεπαν με τόση προσοχή, άκουγαν μέχρι το τελευταίο σύμφωνο που πρόφερα. Κάποιοι έσκυψαν το κεφάλι, προφανώς διότι σκέφτηκαν ότι όσα περιέγραφα τα έκαναν και εκείνοι έστω και μία φορά». Συνεχίζει να μιλά για εκείνη τη μέρα, με το βλέμμα της να ξεφεύγει και τη φωνή της να τρέμει. «Ξέρεις πόσες φορές από τότε φίλοι μου τσακώθηκαν μαζί μου διότι ήπιαν ένα ποτήρι παραπάνω και δεν τους άφηνα να οδηγήσουν; Όμως την επόμενη μέρα που σκέφτονταν με καθαρό μυαλό αντιλαμβάνονταν το λάθος που θα έκαναν και μου έλεγαν ευχαριστώ. Το κάνω κυρίως γιατί δεν θέλω να γίνουν αυτός που μισώ (αναφερόμενη στον άντρα που σκότωσε τον Γιώργο). Και δεν είναι το ευχαριστώ το θέμα. Είναι που νιώθεις πως με την επιμονή σου ίσως να γλύτωσες μια ζωή», λέει. «Από εκείνη την πρώτη διάλεξη στην οποία μίλησα, έχω πάει και σε άλλες και σε σχολεία. Δεν μιλάω, εκείνη η φορά στο στρατόπεδο ήταν η μοναδική, ωστόσο βλέπω πως οι νέοι και ειδικά τα παιδιά έχουν ανάγκη να ακούν ανθρώπους που είναι κοντά στην ηλικία τους. Είναι, θεωρώ, πιο εύκολο ένα παιδί 16-17 ετών να αντιληφθεί όσα λέω εγώ που είμαι πιο κοντά στην ηλικία του, παρά ένας αστυνομικός, ένας υπουργός ή ακόμη και η μαμά μου».
Γιατί δεν ακούν;
Καθώς συζητάμε θα αναφερθεί αρκετές φορές στην πρόληψη, που θεωρεί το πιο σημαντικό ώστε να μειωθούν τα δυστυχήματα. Τη ρωτώ γιατί οι νέοι δεν ακούν… «Αν καθίσουμε να δούμε ένα βίντεο εγώ ή ένας 20χρονος που θα είναι συγκλονιστικό με τις εικόνες που παρουσιάζει, ο συγκλονισμός αυτός θα είναι στιγμιαίος, αλλά μετά θα το προσπεράσουμε. Ίσως γράψουμε και κάτι στο facebook, αλλά ώς εκεί. Αν όμως μιλήσω εγώ ως νέος άνθρωπος που έχουμε την ίδια ηλικία, που ζω ακριβώς όπως αυτοί, αυτό ναι θα τους συγκλονίσει πιο πολύ. Υπάρχουν επίσης τα στερεότυπα. Δηλαδή ο 20χρονος ακούει έναν αστυνομικό ή έναν αρμόδιο, θεωρεί πως το κάνει από καθήκον και λόγω ιδιότητας, όχι επειδή το νιώθει όσο κάποιος που επηρεάστηκε άμεσα. Πάντα οι βιωματικές συζητήσεις προκαλούν ενδιαφέρον. Θα σου πω κάτι που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια και με έχει συνταράξει. Κάθε Πρωτοχρονιά όταν ανταλλάζω ευχές με φίλους εκτός από τα χρόνια πολλά και καλή χρονιά στα μηνύματά τους θα μου γράψουν: ’Να μην έχει έγνοια η μάμμα σου. Πες της ότι επειδή θα πιούμε αποφασίσαμε να πάρουμε ταξί ή να οδηγήσει αυτός που δεν θα πιει’. Μετά από 13 χρόνια είναι καλό και σημαίνει ότι έκανα κάτι».
13 χρόνια μετά
«Μπορεί κάποιος να ξεπεράσει μια τέτοια απώλεια;» ρωτάω… «Ποτέ»! απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη. «Δεν το ξεπέρασα ποτέ, όμως μαθαίνεις να ζεις με τον πόνο, αλλά και τις αναμνήσεις που έχεις από τον άνθρωπό σου. Ξέρω ότι ο Γιώργος είναι δίπλα μας. Το νιώθω και αυτό είναι που μου δίνει δύναμη. Ποτέ δεν έφυγε πνευματικά. Σε κάθε συζήτηση, σε κάθε πρόβλημα τον νιώθω κοντά μου. Το να βλέπεις τη μάνα σου φυτό, το να μην αντιδρά για καιρό, αποτέλεσε σοκ για την οικογένειά μας και για εμένα προσωπικά. Τότε ήταν που είπα πως αν ζούσε ο Γιώργος δεν θα ήθελε να τη βλέπει έτσι. Μας έφερναν ψυχολόγους, θυμάμαι… Η μαμά μου παρέδωσε τα όπλα. Δεν μας διάβαζε καθημερινά… Μας πήρε χρόνια να σταθούμε στα πόδια μας. Εκεί κατάλαβα ότι δεν είχα όμορφα παιδικά χρόνια από ένα σημείο και μετά. Οπότε η μια βοήθησε την άλλη. 13 χρονιά μετά δεν νιώθω ότι η Πρωτοχρονιά είναι χαρμόσυνο γεγονός. Ακόμη και σήμερα, όταν ακούω ότι ένας άνθρωπος και δη νέος πέθανε στην άσφαλτο, η πρώτη μου σκέψη είναι η μητέρα, η οικογένεια και οι άνθρωποι που αφήνει πίσω του. Αλλάζει η ζωή όσων μένουν πίσω από τη γη ώς τον ουρανό. Αυτά σκέφτομαι 13 χρόνια μετά. Ειδικά όταν δεν φταίει. Πάντα, για μια ζωή, θα σε τρώει αυτό το γιατί… Πιάνω τον εαυτό μου μετά από τόσα χρόνια να διερωτάται γιατί συνέβη αυτό στον δικό μου αδελφό. Είναι άδικο γιατί αν ο Γιώργος ήταν εδώ, όλα θα ήταν πολύ διαφορετικά».
Μέτρα, αποτρεπτικές ποινές και… πρόληψη
«Η πόρτα του δωματίου του Γιώργου είναι πάντα ανοιχτή. Οι φίλοι του είναι μέλη της οικογένειάς μας», προσθέτει ως παρένθεση. «Να σου πω τι με σοκάρει; Όταν ακούω ότι χάνονται παιδάκια, όπως έγινε πριν λίγο καιρό στην Πάφο με εκείνο το κοριτσάκι. Δεν μπορώ να σκεφτώ τη μάνα που πρέπει να αποχαιρετήσει το παιδί της. Ο πόνος θα μείνει μέσα τους, δυστυχώς. Και είναι κρίμα να βλέπουν οι υπόλοιποι που μένουν πίσω μια μάνα φυτό, όπως εγώ έβλεπα τη μάνα μου. Κρατώ από τον Γιώργο προσωπικά τις προσωπικές στιγμές μας, το χαμόγελό του. Με την κάθε μία από τις τέσσερίς μας είχε διαφορετική σχέση. Εγώ του μοιάζω λίγο περισσότερο όμως. Ήταν προστατευτικός και με την κάθε μία δημιούργησε μια ιδιαίτερη σχέση… Για το τέλος εκείνο που θέλω να πω είναι πως πριν κάποιος πάρει τιμόνι μεθυσμένος, πριν αποφασίσει ότι δεν θέλει να βάλει τη ζώνη του, τον καλώ να έρθει στο κοιμητήριο να δει τη μάνα μου που κλαίει πάνω από τον τάφο του παιδιού της. Επίσης θέλω να θίξω το θέμα των ποινών. Στην περίπτωση του Γιώργου ο άνθρωπος που τον σκότωσε καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση, αλλά στους 9 μήνες έλαβε προεδρική χάρη από τον τότε Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια. Οι προεδρικές χάρες δεν πρέπει να δίνονται σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως και οι ποινές πρέπει να είναι πραγματικά αποτρεπτικές. Δεν γίνεται να τρέχει κάποιος και το πρόστιμο να είναι 85 ευρώ. Δεν αξίζει 85 ευρώ η ζωή κανενός. Πρέπει να ληφθούν μέτρα, οι ποινές να γίνουν πραγματικά αποτρεπτικές. Όλα αυτά όμως πάντα σε συνδυασμό με την πρόληψη. Κανένας άνθρωπος να μην περάσει όσα πέρασε η οικογένειά μου».