Την πρώτη θεραπεία που προλαμβάνει ή επιβραδύνει την εξέλιξη της νόσου Αλτσχάιμερ ανέπτυξαν πρόσφατα οι επιστήμονες
Την πρώτη θεραπεία που προλαμβάνει τη νόσο Αλτσχάιμερ πιστεύουν ότι ανακάλυψαν επιστήμονες του Πανεπιστημίου Temple της Πενσιλβάνια, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Molecular Neurodegeneration.
Πρόκειται για συνδυασμό φαρμάκων που ενισχύει τα επίπεδα μιας πρωτεΐνης που «καθαρίζει» τον εγκέφαλο από τις επιβλαβείς πρωτεΐνες που προκαλούν απώλεια μνήμης.
Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια γενετικά τροποποιημένα για να αναπτύξουν τη νόσο Αλτσχάιμερ, έδειξε ότι τα τρωκτικά δεν είχαν κανένα σύμπτωμα μετά τη χορήγηση της θεραπείας, με τους ειδικούς της Ιατρικής Σχολής Lewis Katz να αναφέρουν ότι τα ευρήματα προσφέρουν ελπίδες για επιβράδυνση ή ακόμα και αναστροφή της άνοιας στους ανθρώπους.
Αναλυτικότερα, είναι γνωστό ότι οι πάσχοντες από τη νόσο έχουν αυξημένη συγκέντρωση δύο πρωτεϊνών στον εγκέφαλό τους, του β-αμυλοειδούς και της Τau, οι οποίες σχηματίζουν «πλάκες» που καταστρέφουν τους νευρώνες, οδηγώντας στα συμπτώματα που συνοδεύουν την ασθένεια. Ωστόσο, προηγούμενη έρευνα έχει δείξει ότι η πρωτεΐνη VPS35 μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις δύο αυτές πρωτεΐνες.
Οι ασθενείς με νόσο Αλτσχάιμερ έχουν μειωμένα επίπεδα αυτής της πρωτεΐνης, γι’ αυτό και η ομάδα διερεύνησε αν μια θεραπεία σχεδιασμένη να αυξάνει την παραγωγή της επωφελούς αυτής ένωσης θα μπορούσε να βοηθήσει στην επιβράδυνση της νόσου.
Χορήγησαν, λοιπόν, στα νεαρά, γενετικά τροποποιημένα ποντίκια, τη συνδυαστική φαρμακευτική αγωγή και υπέβαλαν τόσο αυτά όσο και ποντίκια που δεν είχαν λάβει τη φαρμακευτική ένωση σε τεστ μνήμης και μάθησης. Όπως αποδείχθηκε, τα τρωκτικά που είχαν λάβει τη θεραπεία απέδωσαν πολύ καλύτερα και συμπεριφέρονταν φυσιολογικά, την ίδια στιγμή που τα άλλα άρχιζαν να επιδεικνύουν σημάδια γνωστικής εξασθένισης.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές ανέλυσαν τους νευρώνες των ποντικιών και βρήκαν μικρότερες ποσότητες των πρωτεϊνών Τau και β-αμυλοειδούς που πυροδοτούν τη νόσο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όχι μόνο αποκαταστάθηκαν τα επίπεδα της VPS35, αλλά και οι συνάψεις του εγκεφάλου ήταν απόλυτα λειτουργικές.
«Σε σύγκριση με άλλες θεραπείες της νόσου Αλτσχάιμερ που βρίσκονται υπό ανάπτυξη, αυτή είναι πιο οικονομική και απαρτίζεται από φάρμακα, κάποια από τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί για τη θεραπεία άλλων παθήσεων. Επιπλέον, πρόκειται για φάρμακα που δεν εμποδίζουν τα ένζυμα ή τους υποδοχείς, αλλά στοχεύουν έναν συγκεκριμένο κυτταρικό μηχανισμό, πράγμα που σημαίνει ότι είναι πολύ λιγότερες οι πιθανότητες παρενεργειών», σημειώνει ο Δρ. Domenico Practicò, διευθυντής του Κέντρο Αλτσχάιμερ στη Σχολή Lews Katz.
Πριν τη δοκιμή του φαρμάκου σε ανθρώπους, πάντως, η ομάδα σκοπεύει να διερευνήσει τις επιδράσεις του σε γηραιότερα ποντίκια που πάσχουν ήδη από τη νόσο Αλτσχάιμερ.