Να μην περιμένουμε εμβόλιο, λέει ο Τegnell ο οποίος υπερασπίζεται την πολιτική της Σουηδίας
Η μοναδική στρατηγική της Σουηδίας για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού θα διασφαλίσει ότι θα έχει μόνο ένα μικρό δεύτερο κύμα κρουσμάτων, σε αντίθεση με άλλες χώρες που ίσως αναγκαστούν να επιστρέψουν σε lockdown, σύμφωνα με τον «αρχιτέκτονα» της αμφισβητούμενης πολιτικής, Anders Tegnell.
Ο Tegnell, επιδημιολόγος της Σουηδίας, επικεφαλής της ιατρικής ομάδας της κυβέρνησης, υπολόγισε ότι το 40 τοις εκατό των ανθρώπων στην Στοκχόλμη, θα είχαν ανοσία μέχρι τα τέλη Μαΐου, δίνοντας στη χώρα ένα πλεονέκτημα έναντι του ιού με τον οποίο λέει πως «θα πρέπει να ζήσουμε για πολύ καιρό».
Η Σουηδία και ο Tegnell, βρίσκονται στο παγκόσμιο επίκεντρο κριτικής, καθώς η απάντησή τους στην πανδημία έχει προκαλέσει αμφισβήτηση. Ο αριθμός των θανάτων που σχετίζονται με τον ιό στη χώρα την Πέμπτη ανήλθε σε 3.040. Αυτός είναι σημαντικά υψηλότερος από τους σκανδιναβικούς γείτονες Δανία, Νορβηγία και Φινλανδία, οι οποίοι έχουν καταγράψει λιγότερους από 1.000.
«Το φθινόπωρο θα υπάρξει ένα δεύτερο κύμα. Η Σουηδία θα έχει υψηλό επίπεδο ανοσίας και ο αριθμός των κρουσμάτων πιθανότατα θα είναι αρκετά χαμηλός», δήλωσε ο Tegnell στους Financial Times. «Αλλά η Φινλανδία, θα έχει πολύ χαμηλό επίπεδο ανοσίας και θα πρέπει να περάσει πάλι σε λήψη μέτρων περιορισμού».
Ο Tegnell είπε ότι θα χρειαστούν περίπου ένα έως δύο χρόνια για να μάθουμε ποια στρατηγική λειτούργησε καλύτερα και με ποιο κόστος για την κοινωνία. Τόνισε ότι η προσέγγιση της Σουηδίας ήταν να εξετάσει το «ευρύ ζήτημα της δημόσιας υγείας» στο οποίο ένα σημαντικό ζήτημα ήταν ότι «οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να διατηρούν μια φυσιολογική ζωή».
Είναι μεγάλο λάθος να περιμένουμε ένα εμβόλιο. Θα διαρκέσει πολύ περισσότερο από ό, τι νομίζουμε. Και στο τέλος, δεν ξέρουμε πόσο καλό θα είναι.
O Τegnell υπερασπίζεται την πολιτική της Σουηδίας και λέει πως η Ευρώπη κάνει λάθος που περιμένει το εμβόλιο
Η δημόσια εμπιστοσύνη στον οργανισμό δημόσιας υγείας της Σουηδίας αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης, την οποία ο Tegnell απέδωσε εν μέρει στις προσπάθειές του να επικοινωνήσει ανοιχτά, «απαντώντας στις ίδιες ερωτήσεις εκατοντάδες φορές». Είπε ότι βρίσκει την προσοχή στο πρόσωπό του «μάλλον παράλογη».
Ο επιδημιολόγος επικρίνει επίσης την τάση της υπόλοιπης Ευρώπης καθώς πιστεύει ότι οι άλλοι ηγέτες της, φοβισμένοι ότι τα συστήματα υγείας τους θα συντριβούν, επέλεξαν ότι έπρεπε να αντιγράψουν την προσέγγιση της Κίνας που ήταν η πρώτη χώρα που επέβαλε lockdown. Περίπου το ένα τέταρτο των ανθρώπων στη Στοκχόλμη είχαν τον ιό στις αρχές Μαΐου, σύμφωνα με ένα μαθηματικό μοντέλο της σουηδικής υπηρεσίας δημόσιας υγείας, το οποίο ο Tegnell είπε ότι ήταν εν μέρει λόγος που ο αριθμός των κρουσμάτων στην πρωτεύουσα μειώθηκε πρόσφατα. Αντίθετα, δοκιμές αυτήν την εβδομάδα στην πρωτεύουσα της Νορβηγίας, Όσλο, έδειξαν ότι κάτω από το 2% του πληθυσμού είχε μολυνθεί.
Ωστόσο, ο Tegnell δήλωσε ότι η αβεβαιότητα σχετικά με το πόσο διαρκεί η ανοσία των ιών σημαίνει ότι είναι απίθανο η Σουηδία να φτάσει στην «ανοσία της αγέλης», ένα επίπεδο της νόσου όπου μολύνονται τόσοι πολλοί άνθρωποι – συνήθως περίπου το 80% – που σταματά να εξαπλώνεται. «Δεν νομίζω ότι εμείς ή οποιαδήποτε χώρα στον κόσμο θα φτάσουμε στην ανοσία της αγέλης με την έννοια ότι η ασθένεια εξαφανίζεται επειδή δεν νομίζω ότι είναι μια ασθένεια που εξαφανίζεται», πρόσθεσε.
Ο Tegnell είπε ότι στην καλύτερη περίπτωση, είναι πιθανό να χρειαστούν χρόνια για να αναπτυχθεί εμβόλιο πριν μπορέσει να χορηγηθεί σε έναν ολόκληρο πληθυσμό.
Η ελπίδα πολλών χωρών είναι ότι μπορούν να αντέξουν μέχρι να βρεθεί ένα εμβόλιο. Ωστόσο, ο Tegnell είπε ότι, ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση, είναι πιθανό να χρειαστούν χρόνια για να αναπτυχθεί, πριν μπορέσει να χορηγηθεί σε έναν ολόκληρο πληθυσμό. «Είναι μεγάλο λάθος να καθίσουμε και να πούμε πως θα πρέπει να περιμένουμε ένα εμβόλιο. Θα διαρκέσει πολύ περισσότερο από ό, τι νομίζουμε. Και στο τέλος, δεν ξέρουμε πόσο καλό θα είναι ένα εμβόλιο. Είναι ένας άλλος λόγος για την εφαρμογή μιας βιώσιμης πολιτικής», λέει προσπαθώντας να υπερασπιστεί τη πολιτική της χώρας του έναντι των υπολοίπων.
Η προσέγγιση της Σουηδίας ήταν να έχει μια στρατηγική που θα μπορούσε να διαρκέσει για μήνες, αν όχι χρόνια, χωρίς την ανάγκη για μεγάλες αλλαγές. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με σχεδόν όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες αγωνίζονται με το πώς να επανεκκινήσουν ξανά τις κοινωνίες τους χωρίς να προκαλέσουν αύξηση της μετάδοσης.
Ένας τομέας όπου η Σουηδία έχει κακές επιδόσεις είναι τα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων. Ο Tegnell, ο οποίος υποδηλώνει ότι το υψηλότερο ποσοστό μόλυνσης σε οίκους ευγηρίας είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο είχε περισσότερους θανάτους από τους γείτονές του, είπε: «Είναι κάτι για το οποίο λυπούμαστε βαθιά». Επεσήμανε ότι τα κέντρα φροντίδας στη Σουηδία – όπως και στην υπόλοιπη σκανδιναβική περιοχή – ήταν για «τους πολύ ηλικιωμένους και τους πολύ άρρωστους», καθώς οι περισσότεροι ηλικιωμένοι ζουν στο σπίτι και ότι υπήρχαν γνωστά «προβλήματα ποιότητας». «Δυστυχώς, αυτά τα ποιοτικά προβλήματα έχουν αποδειχθεί ότι κάνουν τους ηλικιωμένους πολύ ευάλωτους στη μόλυνση», δήλωσε ο Tegnell, προσθέτοντας ότι είχε ξεκινήσει έρευνα.