To Υπουργείο Υγείας της Βραζιλίας ανακοίνωσε χθες Δευτέρα ότι κατέγραψε 807 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 σε 24 ώρες, δηλαδή απολογισμό υψηλότερο από αυτόν που καταγράφηκε στις ΗΠΑ, που ανήλθε σε 620 θανάτους, σύμφωνα με την καταμέτρηση του πρακτορείου ειδήσεων Reuters.
Η Βραζιλία κατατάσσεται στη δεύτερη θέση στον κόσμο ως προς τον αριθμό των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων με 374.878, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ, όπου έχουν καταγραφεί 1,637 εκατ. κρούσματα. Το σύνολο των θανάτων εξαιτίας της COVID-19 στη Βραζιλία ανέρχεται πλέον σε 23.473, διευκρίνισε το Υπουργείο Υγείας, ενώ στις ΗΠΑ έχει φθάσει τους 97.971.
Και η Χιλή κατέγραψε χθες νέο ρεκόρ ημερήσιων κρουσμάτων του νέου κορωνοϊού, με 4.895 νέες μολύνσεις το τελευταίο εικοσιτετράωρο, συμπεριλαμβανομένου ενός υπουργού της κυβέρνησης του προέδρου Σεμπάστιαν Πινιέρα.
Η χώρα των 18 εκατομμυρίων κατοίκων έχει συνολικά 73.997 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις Covid-19, συμπεριλαμβανομένων 761 θανάτων μετά την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος στη χώρα στις 3 Μαρτίου. Σαράντα τρεις άνθρωποι πέθαναν τις τελευταίες 24 ώρες. Μεταξύ αυτών που μολύνθηκαν είναι και ο υπουργός Δημοσίων Έργων, Αλφρέδο Μορένο, 63 ετών.
Ο Μορένο είχε τεθεί σε προληπτική καραντίνα μετά από τη διάγνωση με τον ιό ενός μέλους του προσωπικού του. Τρεις άλλοι υπουργοί, που είχαν έρθει σε επαφή με άτομα που είχαν μολυνθεί από τον κορωνοϊό και είχαν τεθεί σε προληπτική καραντίνα, βρέθηκαν αρνητικοί και επανήλθαν στην εργασία τους.
Την περασμένη εβδομάδα, τρεις γερουσιαστές διαγνώστηκαν με τον ιό, γεγονός που οδήγησε στο κλείσιμο της Γερουσίας και στη διεξαγωγή κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων μέσω τηλεδιασκέψεων.
Το Σαντιάγο είναι το επίκεντρο της πανδημίας, με το 90% των κρουσμάτων στη χώρα και τελεί σε lockdown από τις 16 Μαΐου. Μέχρι τότε, οι κυβερνητικές αρχές είχαν επιβάλει εν μέρει και επιλεκτικούς περιορισμούς, καθώς και μαζικούς ελέγχους. Ωστόσο, η χώρα καταγράφει τις τελευταίες δύο εβδομάδες πολύ σημαντική αύξηση κρουσμάτων, γεγονός που ώθησε την κυβέρνηση να αποφασίσει υποχρεωτικό περιορισμό για τους 7 εκατομμύρια κατοίκους της πρωτεύουσας.
Οι υγειονομικές αρχές στο Ελ Σαλβαδόρ ανακοίνωσαν χθες Δευτέρα ότι 36 έγκλειστοι σε φυλακές της χώρας διαγνώστηκε ότι έχουν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2, τονίζοντας ότι θα πρέπει να εφαρμοστούν αυστηρά πρωτόκολλα απομόνωσης για να αποφευχθεί η εξάπλωση της πανδημίας στα σωφρονιστικά καταστήματα.
Τα 25 κρούσματα μόλυνσης εντοπίστηκαν σε φυλακή όπου κρατούνται πάνω από 1.200 άνθρωποι, στην περιφέρεια Σαν Βισέντε, δήλωσε ο Οσίρις Λούνα, ο επικεφαλής του συστήματος των φυλακών της χώρας της κεντρικής Αμερικής, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε.
Στη φυλακή Κεσαλτεπέκε, κοντά στην πρωτεύουσα, όπου κρατούνται 1.980 φυλακισμένοι, καταγράφηκαν άλλα 11 κρούσματα μόλυνσης, συμπλήρωσε ο ίδιος.
Η φυλακή Κεσαλτεπέκε, όπου κρατούνται μέλη συμμοριών, ήταν ανάμεσα σε αυτές όπου επιβλήθηκαν τα αυστηρότερα μέτρα, όχι όμως αυτή στο Σαν Βισέντε. Ως χθες Δευτέρα, στο Ελ Σαλβαδόρ καταγράφονταν 35 θάνατοι εξαιτίας της COVID-19 επί συνόλου 1.983 κρουσμάτων μόλυνσης.
Άλλοι 532 άνθρωποι υπέκυψαν στην ασθένεια που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός το τελευταίο εικοσιτετράωρο στις Ηνωμένες Πολιτείες , τη χώρα που έχει υποστεί το πιο βαρύ πλήγμα από την πανδημία στον κόσμο, σύμφωνα με τα δεδομένα που συγκεντρώνει το πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς.
Ο ημερήσιος απολογισμός αυτός, αισθητά πιο χαμηλός από αυτόν που καταγραφόταν τις προηγούμενες ημέρες, ανεβάζει σε 98.218 τον αριθμό των ασθενών που υπέκυψαν στην COVID-19 στις ΗΠΑ από το ξέσπασμα της πανδημίας, σύμφωνα με τη σχολή ιατρικής της Βαλτιμόρης. Τα επιβεβαιωμένα κρούσματα μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 έφθασαν τα 1.662.375 χθες Δευτέρα
Ακόμη 45 ασθενείς υπέκυψαν στην COVID-19 τις τελευταίες 24 ώρες στη Γερμανία, όπου το σύνολο των θυμάτων ανέρχεται πλέον σε 8.302, ενώ τα κρούσματα μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 αυξήθηκαν κατά 432 στα 179.002, σύμφωνα με τα δεδομένα που συγκεντρώνει το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ.
Τόσο ο αριθμός των θανάτων όσο και αυτός των νέων μολύνσεων παρουσίασαν αύξηση σε σχέση με αυτούς που καταγράφονταν την προηγουμένη (10 και 289, αντίστοιχα) στη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Γηραιάς Ηπείρου.
Με τις πράσινες και τις λευκές στολές τους, εργαζόμενοι στο ισπανικό σύστημα υγείας διαδήλωσαν χθες Δευτέρα μπροστά σε νοσοκομεία της Μαδρίτης για να ζητήσουν περισσότερα μέσα στην περιοχή τους, που πλήττεται περισσότερο από την πανδημία του κορωνοϊού από ό,τι οποιαδήποτε άλλη στην Ισπανία.
Νοσηλευτές, νοσηλεύτριες, γιατροί, τήρησαν δύο λεπτά σιγή μπροστά στις εισόδους πολλών νοσοκομείων της ισπανικής πρωτεύουσας. Κράταγαν πλακάτ στα οποία αναγράφονταν συνθήματα όπως: “Δεν είμαστε ούτε ήρωες, ούτε καμικάζι. Χρειαζόμαστε αληθινά μέσα ατομικής προστασίας”.
Στόχος της κινητοποίησης ήταν ο κόσμος να συνειδητοποιήσει “την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή, την επισφάλεια των θέσεων εργασίας μας. Η πανδημία της COVID-19 επέτεινε την κατάσταση την οποία υπομέναμε πριν”, εξήγησε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Σίλβια Γκαρθία, νοσοκόμα σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο Gregorio Maranon, μπροστά στο οποίο διαδήλωσαν εκατοντάδες εργαζόμενοι και εργαζόμενες.
Στη Μαδρίτη καταγράφεται περίπου το ένα τρίτο των κρουσμάτων μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 και των θανάτων εξαιτίας της COVID-19, ενώ το σύστημα υγείας βρέθηκε στα πρόθυρα της κατάρρευσης όταν η κρίση είχε φθάσει στην κορύφωσή της. Οι διαδηλωτές ζήτησαν να παραμείνουν στις θέσεις τους περίπου 10.000 εργαζόμενοι που προσλήφθηκαν στη Μαδρίτη για να αντιμετωπιστεί η πανδημία, ενώ οι περιφερειακές αρχές δεν προσφέρουν εγγυήσεις παρά ως τη λήξη της διάρκειας των συμβάσεων ορισμένου χρόνου που υπέγραψαν, ως το τέλος της χρονιάς.
Ο απολογισμός των θανάτων εξαιτίας της COVID-19 στην Πολωνία έφθασε τους 1.007 επί συνόλου 21.631 κρουσμάτων μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 το απόγευμα της Δευτέρας, παρόλα αυτά όμως ο Πολωνός υπουργός Λούκας Σουμόφσκι εκτίμησε ότι η φάση της κορύφωσης της πανδημίας του κορωνοϊού έχει πλέον παρέλθει.
“Η κορύφωση της επιδημίας είναι πίσω μας και πλέον (η εξάπλωσή της) γίνεται με αργό ρυθμό” και όχι ως εάν να επρόκειτο για “χιονοστιβάδα”, διαβεβαίωσε ο Σουμόφσκι σε δηλώσεις του στον ειδησεογραφικό ιστότοπο Wirtualna Polska. Ο υπουργός Υγείας πρόσθεσε πως αναμένει να αρθεί το μέτρο της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας σε δημόσιους χώρους από σήμερα Τρίτη. Ο ημερήσιος αριθμός των νέων κρουσμάτων μόλυνσης παραμένει σταθερός, περί τα 300 ως 400 ανά εικοσιτετράωρο, τις τελευταίες εβδομάδες, αν και ορισμένες ημέρες έχει φθάσει τα 500.
Η νότια επαρχία της Σιλεσίας παραμένει το επίκεντρο της πανδημίας στη χώρα, με τους εργαζόμενους στα ορυχεία να θεωρούνται ομάδα υψηλού κινδύνου τελευταία. Ωστόσο εστίες έχουν εμφανιστεί και σε άλλες βιομηχανίες. Στο δυτικό τμήμα της Πολωνίας, σε εργοστάσιο επίπλων καταγράφηκαν 300 κρούσματα μόλυνσης το Σαββατοκύριακο. Μολαταύτα, ορισμένα σχολικά ιδρύματα άνοιξαν ξανά και υποδέχονται παιδιά ως και 9 ετών, χωρίς πάντως να παραδίδονται κανονικά μαθήματα.
Πολλοί γονείς, οι οποίοι “χρειάζεται να επιστρέψουν στη δουλειά και δεν μπορούν να μένουν στο σπίτι για να φροντίζουν τα παιδιά θα ικανοποιηθούν από το άνοιγμα των σχολείων και των βρεφονηπιακών σταθμών”, σχολίασε η εκπρόσωπος του πολωνικού υπουργείου Παιδείας Αννα Οστρόφσκα. “Θα επιτηρούμε την κατάσταση μόνιμα”, διαβεβαίωσε πάντως η ίδια.
Πάντως, όπως μετέδωσε το πολωνικό ραδιοφωνικό δίκτυο RMF, η μεγάλη πλειονότητα των γονιών αποφάσισε να κρατήσει τα παιδιά στο σπίτι. Εκτιμάται πως μόλις το 10% των μαθητών πήγε σχολείο χθες Δευτέρα στη Βαρσοβία.
Επτά νέα κρούσματα εντοπίστηκαν ως τα μεσάνυχτα χθες Δευτέρα στην ηπειρωτική Κίνα, αριθμός ελαφρά μειωμένος από τα 11 που καταγράφονταν την προηγουμένη, ανακοίνωσε η Εθνική Επιτροπή Υγείας.
Σύμφωνα με το ημερήσιο ενημερωτικό δελτίο της Εθνικής Επιτροπής (του υπουργείου) Υγείας της Κίνας, τα νέα κρούσματα ήταν “εισαγόμενα”, κατά την ορολογία του Πεκίνου όταν αναφέρεται σε ταξιδιώτες που φθάνουν μολυσμένοι στην κινεζική επικράτεια από το εξωτερικό. Αναφέρθηκαν επίσης στο υπουργείο 29 περιπτώσεις ασυμπτωματικών φορέων του SARS-CoV-2, έναντι 40 που είχαν εντοπιστεί την προηγουμένη. Δεν καταγράφηκε κανείς νέος θάνατος εξαιτίας της COVID-19.
Επισήμως, ο απολογισμός της πανδημίας του κορωνοϊού στη χώρα από όπου άρχισε στα τέλη Δεκεμβρίου του 2019 ανέρχεται σε 4.634 νεκρούς επί συνόλου 82.992 κρουσμάτων μόλυνσης.