Ντίνα Κλεάνθους
«Είχα την δυστυχία να ζήσω τρεισήμισι μήνες στην Μονάδα Εντατική Νοσηλείας του παλιού Νοσοκομείου Λευκωσίας, όταν αυτά που ως τότε μου φαίνονταν μακρινά, ήρθαν και με βρήκαν στις 7 Αυγούστου του 2004. Εκείνες οι 111 μέρες, μέχρι τις 26 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου, ήταν η μεγαλύτερη περιπέτεια που πέρασα στη ζωή μου, γιατί έζησα από τόσο κοντά τον θάνατο. Τον θάνατο που πολιορκούσε και απειλούσε, όχι μόνο το δικό μου παιδί, αλλά και πολλούς νέους που εκείνη την περίοδο έτυχε να νοσηλεύονται μαζί με τον γιο μου στην Εντατικη… Που πέθαιναν καθημερινά μπροστά στα μάτια μου…»
111 μέρες… 111 μέρες σε μια διαφορετική «καραντίνα»… 111 μέρες στον «θάλαμο θανάτου» του παλαιού Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας… Εκεί που οι άνθρωποι δίνουν την μεγαλύτερη μάχη της ζωής τους. Εκεί που άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τον θάνατο, μα δεν ξέρουν αν θα τα καταφέρουν να τον νικήσουν… Εκεί που οι άνθρωποι βλέπουν τους ανθρώπους τους καλωδιωμένους αλλά δεν ξέρουν εάν θα βγουν ζωντανοί…
Εκεί στον «θάλαμο θανάτου», που πριν από 16 χρόνια ξεκίνησε ο Γολγοθάς άλλης μιας μάνας. Μιας μάνας που έβλεπε το παιδί της να χαροπαλεύει μετά από ένα τροχαίο δυστύχημα. Μια μάνα που ζούσε κάθε μέρα στη σκιά του θανάτου. Άνθρωποι δίπλα της και δίπλα από το παιδί της, να σβήνουν, να πεθαίνουν, να φεύγουν… Και αυτή να διερωτάται ποιο θα είναι το τέλος του δικού της εφιάλτη…
Το ημερολόγιο έδειχνε 7 Αυγούστου 2004… Ήταν πέντε μέρες πριν ο τότε 20χρονος γιος της κ. Θέμις Σπανού απολυθεί από το στρατό. Ένα παιδί δραστήριο, ποδοσφαιριστής, έτοιμος να ανοίξει τα φτερά του στο εξωτερικό, όπου θα μετέβαινε για σπουδές. Όπως όλα τα παιδιά στην ηλικία του έκανε όνειρα και ανυπομονούσε να τα δει να εκπληρώνονται.
Ωστόσο, ένα τροχαίο, από μια επιπολαιότητα μιας στιγμής ενός οδηγού, έμελλε να αλλάξει τη ζωή του. Έμελλε καταρχάς να δώσει τη μεγαλύτερη μάχη για να κερδίσει το θάνατο και μετά έπρεπε να συμβιβαστεί με τα νέα του δεδομένα, με τη νέα του ζωή. Τόσο ο ίδιος, όσο και η οικογένεια του.
Ο Πέτρος, αφού βγήκε ζωντανός από την Εντατική μετά από 111 μέρες, παρέμεινε καθηλωμένος σε αναπηρικό τροχοκάθισμα. Ο οδηγός του μοιραίου οχήματος, ο οποίος είχε αναπτύξει ταχύτητα για λίγη αδρεναλίνη, χωρίς να αντιλαμβάνεται πως έπαιζε, όχι μόνο τη ζωή του αλλά και τη ζωή των άλλων κορόνα γράμματα, νοσηλεύτηκε για δύο μήνες στην Εντατική, ωστόσο μετά έχασε τη μάχη.
«Ο γιος μου δεν μιλά γενικά για το δυστύχημα. Δεν τον άκουσα ποτέ να πει γιατί σε μένα. Δεν είπε ποτέ γιατί εγώ; Ποτέ! Δεν είπε ποτέ δεν θέλω να ζήσω. Αγαπά τη ζωή και πάλεψε για τη ζωή του. Απέδειξε σε όλους πως δεν είναι η σωματική αναπηρία εμπόδιο στη ζωή. Βρήκε τον τρόπο, βρήκε το δρόμο του και ζει αξιοπρεπέστατα. Κάθε μέρα μας δίνει μαθήματα ζωής… Εμένα δεν με χρειάζεται πλέον όπως πριν… Είμαι βέβαια δίπλα του αλλά όχι όπως πριν… Πήρε την ζωή του στα χέρια του και προχωρά… Xάρη στην εξυπνάδα του, τη δύναμη ψυχής που έχει, βρήκε τον δρόμο του. Έχει πολλούς που δεν τα καταφέρνουν… Νοιώθουν την αναπηρία εμπόδιο για να συνεχίσουν την ζωή τους και να εκπληρώσουν τα όνειρα τους… Δεν έχουν την δύναμη να προχωρήσουν…»
Σε συνέντευξη της στον REPORTER, η μητέρα του Πέτρου, Θέμις Σπανού, η οποία στάθηκε και στέκεται δίπλα στο παιδί της, μιλά για τον Γολγοθά του παιδιού της και για το τροχαίο που τους άλλαξε τη ζωή και ήταν η αιτία για να ζήσει όσα έζησε 111 μέρες στην Εντατική του παλαιού νοσοκομείου. 111 μέρες στον «θάλαμο θανάτου» που δεν θα ξεχάσει ποτέ, για αυτό άλλωστε τα κατέγραψε σε βιβλίο το οποίο εκδόθηκε το 2016…. 12 χρόνια μετά το δυστύχημα…
Δεκαπέντε χρόνια πριν…
«Κανένας δεν περιμένει ότι θα του συμβεί. Και εγώ άκουα στην τηλεόραση, όπως ακούει όλος, ο κόσμος. Ότι έγινε ένα δυστύχημα. Δεν σε αγγίζει πολύ… Είναι κάτι μακριά από εσένα… Λυπάσαι βεβαία όταν ακούς ότι ο τραυματίας νοσηλεύεται στην Εντατική σε κρίσιμη κατάσταση διασωληνωμένος, αλλά το πολλή πολλή να πεις ”α μάνα μου τον καημένο’’. Δεν σκέφτεσαι την κρισιμότητα, της κατάστασης του… Τις συνέπειες… Τι περνούν οι συγγενείς και ποιος μεγάλος Γολγοθάς τον περιμένει…
Πριν 16 χρόνια, όταν ο γιος μου ήταν ακόμα στον στρατό και ήθελε πέντε μέρες να απολυθεί συνέβη αυτό, που ως τότε μας φαινόταν πολύ μακρινό…. Ένα τροχαίο δυστύχημα όπου ο γιος μου καθόταν πίσω από τον οδηγό και δεν έφταιγε καθόλου τον καθήλωσε για όλη την υπόλοιπη του ζωή σε αναπηρικό τροχοκάθισμα με καμία κίνηση από τους ώμους και κάτω…. Εκείνο το πρωινό, ξύπνησα στις έξι το πρωί και δεν τον βρήκα στο κρεβάτι του… Το δωμάτιο ήταν ανοιχτό και το κρεβάτι στρωμένο… Ανησύχησα και πήρα τηλέφωνο στο κινητό του… Μου απάντησε η Αστυνομία… Από αυτήν την στιγμή και μετά αρχίζει ο μεγάλος Γολγοθάς… Τα λόγια που μου είπε είναι μέχρι σήμερα καρφωμένα σαν καρφιά στο κεφάλι μου… ”Κυρία μου ο γιος σου ενεπλάκει σε τροχαίο δυστύχημα και είναι στο νοσοκομείό”. Έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου… Φοβήθηκα και άρχισα να φωνάζω και να ρωτώ αν ζει;’. Ο αστυνομικός με άκουσε που ήμουν πολύ ταραγμένη και με ένωσε με τις πρώτες βοήθειες και μου μίλησε η γιατρός, η οποία ήταν δίπλα του. Μου λέει μην πανικοβάλλεσαι, γιατί ο γιος σου και είναι εδώ δίπλα μου και τον έβαλε να μου μιλήσει. Αυτό με καθησύχασε αλλά μου είπε πως το ασθενοφόρο από την Λεμεσό θα τον φέρει Λευκωσία, γιατί έχει κάποιο πρόβλημα και στη Λεμεσό δεν μπορούν να το αντιμετωπίσουν. Εγώ δεν το έβαλα πολύ υπόψη αυτό, από την στιγμή που τον άκουσα να μιλά, ένιωσα ανακούφιση και λέω ”εντάξει, κάτι περαστικό πρέπει να είναι’’. Όμως τα γεγονότα μετά έδειξαν ότι δεν ήταν κάτι περαστικό».
«Μου έλεγε δεν θα ζήσει»
«Το ασθενοφόρο ήρθε μετά από τρεις ώρες, γιατί πήγαινε πολύ σιγά. Είχε διατομή νωτιαίου μυελού στον τέταρτο με πέμπτο αυχενικό σπόνδυλο και αυτός ήταν και ο λόγος που τον έφεραν Λευκωσία. Από την σφοδρή σύγκρουση ο αυχένας μετακινήθηκε και έφερε την τετραπληγία από την ίδια στιγμή του δυστυχήματος όπως μάθαμε στην πορεία…
Από εκείνη την στιγμή και μετά η ζωή μας αναποδογυρίστηκε… Το σπίτι μας πλέον έγινε το νοσοκομείο και το δωμάτιο μας η εντατική…. Ο γιος μου από την ίδια μέρα μπήκε στον αναπνευστήρα και σε καταστολή για 4 μέρες… Όταν ξύπνησε η ζωή του ήταν σε κίνδυνο…. Έπρεπε να γίνει εγχείρηση… Είχαμε αφήσει στην άκρη την αναπηρία και συγκεκριμένα την τετραπληγία αφού κινδύνευε η ζωή του…
Ο Διευθυντής της Νευροχειρουργικής μου έλεγε ότι δεν θα ζήσει… Δεν θα τα καταφέρει γιατί το κτύπημα ήταν ψηλά και οι πνεύμονες δεν λειτουργούσαν… Και αν ζήσει θα είναι με τον αναπνευστήρα μια ζωή…Μου έλεγε… Λόγια σκληρά για μια μάνα… Σε πιάνει απελπισία και δεν ξέρεις τι να κάνεις και τι να σκεφτείς εκείνη την ώρα… Ήμουν σε απόγνωση…»
*****
Απόσπασμα από το βιβλίο:
-Άκου, Πέτρο μου, εδώ που είμαστε τώρα είναι νοσοκομείο και δεν μπορούμε να φύγουμε. Είσαι συνδεδεμένος με τον αναπνευστήρα. Να, δες το καλώδιο. Αν το βγάλουμε, θα πεθάνεις.
-Αν μείνουμε, πάλι θα πεθάνω, γιατί είναι ένας νοσοκόμος που μου έκοψε και τα χέρια και τα πόδια. Δεν τα νιώθω… Δεν καταλαβαίνεις;
Σκοτείνιασαν τα μάτια μου και ήμουν έτοιμη να λιποθυμήσω. Με βλέπει η νοσοκόμα και με ρωτά αν θέλω βοήθεια.
-Λίγο νερό, σε παρακαλώ.
Καταλαβαίνω πλέον ότι πρέπει να μάθει τι έπαθε, για να σταματήσει να συνδέει την πραγματικότητα με τον εφιάλτη που έζησε.
-Πέτρο μου, σε παρακαλώ, άκουσε με προσεκτικά. Είχες την ατυχία στο δυστύχημα να πάθει βλάβη ο αυχένας σου και για αυτό δεν μπορείς να κουνήσεις ούτε τα χέρια ούτε τα πόδια σου. Δεν είναι κομμένα, όπως νομίζεις.
-Αφού δεν τα νιώθω… Πού είναι;
Με όση δύναμη που απομένει, έτοιμη να καταρρεύσω, του σηκώνω πρώτα τα χέρια και μετά τα πόδια… Τα βλέπει. Ένα αχνό χαμόγελο φαίνεται στα χείλη του.
-Τα έχω ε; Αλλά δεν τα νιώθω… είναι σαν να μου τα τύλιξαν με τέλλα. Πιάσε ένα ψαλίδι και κόψε τις τέλλες.
-Πέτρο μου, σου ξαναλέω, λόγω της βλάβης που έπαθες δεν μπορείς να τα νιώσεις. Όταν θα γιάνεις, θα τα νιώθεις», επαναλαμβάνω με όσο κουράγιο μπορώ να μαζέψω. Είμαι πια έτοιμη να λιποθυμήσω, όταν, σαν από μηχανής Θεός, μπαίνει ο Εντατικολόγος. Χωρίς να ρωτήσει τίποτα του κάνει μια ηρεμιστική ένεση και ο Πέτρος αποκοιμάται.
*****
«Ακούγαμε αναπνευστήρα και τρέχαμε»
«Εκεί μέσα στην εντατική ζήσαμε ένα δράμα. Κάθε μέρα σχεδόν έρχονταν τραυματίες… Εκείνη την εποχή που ήταν ο γιος μου, σχεδόν όλοι ήταν από τροχαία δυστυχήματα και όλοι νέα παιδιά και όλοι με σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις….. Έξω οι συγγενείς να κλαίνε, να μοιρολογούν, να προσεύχονται, να κοιμούνται τις νύχτες έξω από την εντατική στους διαδρόμους… Μέσα οι άνθρωποι μας, τα παιδιάς μας να χαροπαλεύουν… Μια κόλαση που ο νους μου δεν μπορούσε να την συλλάβει, πόσο μάλλον να την καταλάβει … Νόμιζα ότι ζούσα ένα κακό όνειρο έναν εφιάλτη και ότι κάποια στιγμή θα ξυπνούσα και όλα θα ήταν όπως πριν… Δυστυχώς όμως ήταν όλα πέρα για πέρα αλήθεια… Ζούσα εφιαλτικές στιγμές… Θυμάμαι όλοι οι συγγενείς να είμαστε νύχτα μέρα έξω από την Εντατική… Κάθε φορά που ακούγαμε ένα αναπνευστήρα να κτυπά με συνεχόμενο ήχο σηκωνόμασταν όλοι σαν ελατήρια και μαζευόμασταν έξω από την πόρτα της Εντατικής… Καταλαβαίναμε πως κάποιος κινδύνευε… Τις πιο πολλές φορές ήταν ο γιος μου… Άκουγα τους νοσοκόμους και τους γιατρούς να φωνάζουν το όνομα του…»
«Έβλεπα νέους να πεθαίνουν, νόμιζα ήμουν σε μια κόλαση»
«Ο γιος μου ήταν ο μόνος που επικοινωνούσε με το περιβάλλον και έτσι είχα την ευκαιρία να μπαίνω στην Εντατική για να του μιλώ και να του δίνω θάρρος. Όμως δεν θεωρούσα τον εαυτό μου τυχερό που ήμουν μέσα, γιατί έβλεπα θανάτους. Σχεδόν κάθε βδομάδα έβλεπα να πεθαίνουν νέα παιδιά και όλα από σοβαρά τροχαία δυστυχήματα… Ήταν όλοι λεβέντες, όλοι νέοι… Νόμιζα ότι ζούσα στην κόλαση γιατί κάπως έτσι φανταζόμουν την κόλαση… Δεν καταλάβαινα πώς τόσο ξαφνικά από την μία στιγμή στην άλλη… από το σαλόνι του σπιτιού μου…. Από τον καναπέ μου…. βρέθηκα σε ένα δωμάτιο που ονομάζεται Εντατική και μέσα εκεί να πεθαίνουν άνθρωποι δίπλα μου… μπροστά μου… Ήταν και θα είναι για πάντα καρφωμένα στο μυαλό μου όλα όσα έζησα… Δεν θα τα ξεχάσω ποτέ… Ήταν ο μεγαλύτερος εφιάλτης της ζωής μου»
«Έμεινε πεθαμένος δέκα λεπτά»
«Όλα αυτά που περνούσα σε αυτό το δωμάτιο του θανάτου και όλα αυτά που έβλεπα, πολλές φορές σκέφτηκα ότι κάποια στιγμή να τα βγάλω προς τα έξω αλλά δεν ήξερα πότε και πώς… Κανένας δεν καταλάβαινε και δεν γνώριζε τι γινόταν εκεί μέσα… ούτε οι πιο στενοί μου άνθρωποι δεν μπορούσαν να καταλάβουν το μέγεθος της τραγωδίας, γιατί δεν είχα ούτε την διάθεση ούτε και τον χρόνο να μιλήσω…. Απλά τα ζούσα… Αυτό που είχε σημασία για μένα ήταν να ζήσει ο γιος μου και τον έβλεπα καθημερινά να παλεύει με τον θάνατο… Είχε πάθει έξι ανακοπές, πέθαινε και τον επανέφερναν οι γιατροί. Την τελευταία φορά, που χρειάστηκε καρδιολόγο για να τον επαναφέρει, έμεινε τουλάχιστον δέκα λεπτά πεθαμένος…. Ήταν η στιγμή που έζησε την μεταθανάτια εμπειρία που μου περιέγραψε αργότερα. … Όταν επανερχόταν από τις ανακοπές ένιωθα ότι κέρδιζα ακόμα μια μέρα, αλλά δεν ήξερα αν η επόμενη θα ήταν η τελευταία… Με φόβιζε πολύ το αύριο… Οι μήνες περνούσαν, οι βδομάδες, οι μέρες, οι ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα με την ίδια αγωνία… Θα ζήσει; Θα τα καταφέρει να νικήσει τον θάνατο; Ήταν ένα δράμα χωρίς τελειωμό…. Πώς λέμε πονώ βαθιά στην ψυχή μου, όχι στο σώμα; Αυτό ένοιωθα… Και τότε κατάλαβα τι σημαίνει πόνος και δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος από το να βλέπεις το παιδί σου να πεθαίνει…
Τα προβλήματα με τους συγγενείς των ασθενών έξω από την Εντατική ήταν φοβερά… Μόλις έβγαινα από την Εντατική με έβλεπαν με αγωνία στα μάτια…. Ήθελαν να διαβάσουν στα μάτια μου αν κάποιου το παιδί έφτασε στο τέλος… Αγωνιούσαν κι εγώ έκανα την αδιάφορη πως όλα είναι τα ίδια ενώ ήξερα ποιος πήρε τον δρόμο χωρίς γυρισμό… Και πονούσα μαζί τους σιωπηλά… Κάθε φορά που χάναμε κάποιον ήταν μια τραγωδία… Μοιρολογούσαμε όλοι μαζί λες και χάναμε ένα μέλος της οικογένειας μας, γιατί εκεί γίναμε όλοι μια οικογένεια γιατί εκεί είχαμε όλοι τον ίδιο πόνο ».
******
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Μόλις τελειώσαμε το φαγητό, ο Πέτρος έμεινε λίγη ώρα συλλογισμένος. Ξαφνικά με ρωτά:
-Πες μου, έφυγα καμία μέρα εγώ από εδώ μέσα;
-Όχι, βέβαια. Τι εννοείς;
-Εγώ θυμάμαι ότι βγήκα από αυτό το δωμάτιο περπατώντας και ανέβηκα μια σκάλα που είχε αριθμούς… Ένα, δύο, τρία, τέσσερα… μέχρι που έφτασα σε μια ταράτσα. Η ταράτσα εκείνη ήταν λουσμένη σε ένα φως που όμοιο του δεν έχω ξαναδεί – ένα ωραίο, ένα λαμπερό και πανέμορφο φως… που δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Κα ολόγυρα ήταν ένα μαγευτικό λιβάδι με πολύχρωμα λουλούδια και πιο πέρα κυλούσε λιβάδι με πολύχρωμα λουλούδια και πιο πέρα κυλούσε ένα ποτάμι που χανόταν σε ένα δάσος. και εγώ ήμουν εκεί, ευτυχισμένος και ήρεμος και πολύ δυνατός. Και ήξερα με σιγουριά ότι μπορούσα να κάνω τα πάντα.
Όλα ήταν φωτεινά και γαλήνια, κι εγώ έπλεα ανάλαφρος μέσα στην πιο απόλυτη ευτυχία. Μέχρι που άκουσα να με φωνάζουν… «Πέτρο, Πέτρο…». Και μεμιάς όλα χάθηκαν κι εγώ βρέθηκα ξανά σε αυτό το άχαρο δωμάτιο. Ήθελα να τους σκοτώσω όλους που με έφεραν πίσω και έχασα εκείνο το μαγικό, φωτεινό λιβάδι, όπου ήμουν τόσο ευτυχισμένος… Α, ποτέ δεν θα βρω τα λόγια να σου πω πόσο όμορφα ήταν όλα εκεί».
111 μέρες, 18 νεαροί έσβησαν στην εντατική
«Μία μέρα μιλούσα με τον γιο μου και δίπλα στο κρεβάτι του ήταν ένας δεκαπεντάχρονος που είχε κρανιοεγκεφαλικη κάκωση μετά από τροχαίο δυστύχημα…. Κάθε μέρα γινόταν και πιο κίτρινος… Οι γιατροί έλεγαν ότι δεν θα τα καταφέρει… Η μητέρα του έλεγε ότι ο γιος της θα ζήσει γιατί είδε στον ύπνο της την Παναγία και της είπε ότι θα ζήσει… Εκείνη την μέρα, εκεί μπροστά μας όπως μιλούσαμε με τον γιο μου, ο μικρός πέθανε… Δεν μπορείς να καταλάβεις πόσο κοντά είναι ο θάνατος από την ζωή…. Ένα δευτερόλεπτο…. Βλέπεις ένα άνθρωπο να αναπνέει και να είναι ζωντανός και από την μία στιγμή στην άλλη να είναι νεκρός… Αδύνατο να το δεχτείς… Τι να πω… Η μυρωδιά του θανάτου ήταν παντού… Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω αυτό που γινόταν εκεί μέσα…. Ότι και να πω είναι λίγο… και δεν μπορείς να καταλάβεις το μέγεθος αν δεν το ζήσεις…. Τώρα θα μου πεις οι γιατροί και οι νοσοκόμοι τα ζουν κάθε μέρα… Ναι κάπου συνηθίζουν και δεν είναι τα παιδιά τους… Είναι ξένοι για τους ίδιους.
Θυμάμαι μια μέρα, ήταν δύο ή τρεις το πρωί, και όπως ήμουν κουρασμένη, κάθισα στην καρέκλα μου έξω από την Εντατική και έκλεισα τα μάτια μου…. Περνούσαν δύο γυναίκες από δίπλα μου και λέει η μια ‘’μάνα μου την καημένη κάποιο δικό της έχει μέσα στην Εντατική… πριν έξι μήνες ήμουν εγώ στην θέση της για μέρες και τελικά έχασα τον γιο μου’’… Εκεί κατάλαβα ότι αυτό που ζούσα εκείνον τον καιρό εγώ… κάποιοι άλλοι τα πέρασαν πριν… και κάποιοι άλλοι θα τα περάσουν μετά… Γιατί να συμβαίνουν όλα αυτά τα κακά… Σκεφτόμουν… Δεν μπορούν οι άνθρωποι να είναι πιο προσεκτικοί στους δρόμους; Να μην υπάρχουν τροχαίες συγκρούσεις με όλα αυτά τα παρατράγουδα και να αποφεύγονται οι θάνατοι και οι αναπηρίες;
******
Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Ο γιος μου, ο Παύλος μου…», αρχίζει να μονολογεί οπ πατέρας, «έψαχνε δουλειά. Ήταν διακοπές στην Κακοπετριά με τους φίλους του και εγώ του τηλεφώνησα. Του είπα να έρθει αμέσως στη Λευκωσία, γιατί τον πήραν από μια δουλειά να πάει για συνέντευξη, μήπως και τον προσλάβουν.. Μαύρη ήταν η ώρα που του τηλεφώνησα και τον ξεσήκωσα. Ερχόταν με τη μοτοσικλέτα του, φορούσε και το κράνος του, αλλά η κακιά η ώρα παραμόνευε. Μια ασυνείδητη οδηγός βγήκε από τον φούρνο και το αυτοκίνητο της της του έφραξε τον δρόμο. Και αντί για δουλειά, τον έχουν τώρα στην Εντατική. Θεέ μου, βοήθα μας…»
Δύο-τρεις μέρες μετά…
Όταν ξημέρωσε, πήγαν στην κουζίνα να ετοιμάσω το πρόγευμα του γιου μου. Ξαφνικά ακούω φωνές έξω από την Εντατική. Τρέχω και βλέπω τη μάνα του Παύλου να έχει βάλει τις φωνές στον γνωστό δύστροπο νοσοκόμο, γιατί δεν την άφηνε να δει το παιδί της. Μέχρι τώρα έκανε υπομονή. Αλλά τώρα, που της είπαν οι γιατροί ότι ο γιος της χειροτέρεψε, ζητούσε να την αφήσει να τον δει.
Ένιωσα τον πόνο της και όταν ήμουν έτοιμη με τον πρόγευμα του Πέτρου, της είπα να έρθει μαζί μου.
-Δεν με αφήνει αυτός ο νοσοκόμος. Αν είναι δυνατό… Χάνω το παιδί μου, κι αυτός δεν καταλαβαίνει τον πόνο μου…
«Φόρεσε», της λέω, «τη ρόμπα, τη μάσκα και ότι άλλο είναι απαραίτητο για να μη μεταφέρουμε μικρόβια στην Εντατική, κι έλα μαζί μου».
Χτυπήσαμε την πόρτα. Ανοίγει ο νοσοκόμος και μόλις μας βλέπει εκνευρίζεται.
«Η γυναίκα», του λέω, «θέλει να δει το παιδί της, γιατί χειροτέρεψε η κατάσταση του. Είναι κρίμα να της στερήσεις αυτό το δικαίωμα».
«Έχετε μόνο τρία λεπτά…» με λέει με υπεροπτικό ύφος.
Η μαμά του Παύλου τον έκλαψε με την καρδιά της. Ήταν η τελευταία φορά που τον είδε. Νωρίς το απόγευμα, έβαλαν το πράσινο παραβάν μπροστά από το κρεβάτι του.
Έξω από την Εντατική, η ίδια τραγωδία. Άκουγα την κοπέλα του Παύλου να θρηνεί και να λέει «μα ήταν να παντρευτούμε. Δεν γίνεται να φύγει και να με αφήσει».
Ο πατέρας του οδύρεται, κατηγορώντας τον εαυτό του ότι αυτός φταίει για τον θάνατο του παιδιού του.
Αγκαλιαστήκαμε και κλάψε όλοι μαζί. Ακόμα ένας νέος έχασε τη ζωή του στον «Θάλαμο Θανάτου».
******
Νιώθετε τυχερή που ο γιος σας βγήκε νικητής…
«Ναι νιώθω πολύ τυχερή… Από όλους τους νέους που είχαν νοσηλευτεί τότε στην Εντατική μόνο ο γιος μου έζησε… Και δεν σκεφτόμουν την αναπηρία τότε… Προσευχόμουν μόνο να ζήσει…. Καμία φορά πρέπει να ζήσεις το χείριστο για να μπορέσεις να δεχτείς το χειρότερο… Και εγώ έζησα το χείριστο, έζησα τον θάνατο…
Την αναπηρία την σκέφτηκα όταν βγήκαμε επιτέλους από τα νοσοκομεία μετά από έναν ολόκληρο χρόνο που επιστρέψαμε σπίτι. Εκεί ήρθαμε αντιμέτωποι με την αναπηρία, την τετραπληγία για την ακρίβεια στην πιο βαριά της μορφή…. Γιατί ο γιος μου μέχρι και σήμερα έχει την πιο βαριά τετραπληγία στην Κύπρο… Με καμία κίνηση από τους ώμους και κάτω… Το σπίτι που ζούσαμε πριν το δυστύχημα ήταν στον τρίτον όροφο χωρίς ασανσέρ, με πενήντα σκαλιά που πριν το δυστύχημα ο γιος μου τα ανέβαινε στο πι και φι… Τώρα; Εκεί κατάλαβα τις δυσκολίες της αναπηρίας που έπρεπε να αντιμετωπίσουμε μόνοι μας αφού το κράτος ήταν απών… Μόνοι μας τα αντιμετωπίσαμε όλα… Χωρίς να γνωρίζουμε τίποτε για αναπηρία η τετραπληγία… Κάναμε ότι μας φώτιζε ο θεός και το ένστικτο μας και ότι θεωρούσαμε καλό για το παιδί μας… Εκ των υστέρων καταλάβαμε ότι πολλές φορές κάναμε και λάθη…»
Λυπηρή η απουσία του κράτους…
«Ναι, ναι… Και αυτό για μένα ήταν διπλά λυπηρό, γιατί έζησα πέντε μήνες στην Γερμανία όπου πήγαμε για αποκατάσταση και εκεί έμαθα πως όταν ο άρρωστος βγει από το νοσοκομείο, θα είναι με την συνοδεία του γιατρού του, του νοσοκόμου του που θα είναι πλέον ο προσωπικός του νοσοκόμος στο σπίτι του. Το κράτος θα φροντίσει μετατρέψει το σπίτι του προσβάσιμο για τροχοκάθισμα…. Θα υπάρχει ψυχολόγος όταν πάει ο ανάπηρος στο σπίτι του, ώστε να προετοιμάσει τόσο τον ίδιο όσο και την οικογένειά του να δεχτεί όσο ανώδυνα μπορεί τα νέα δεδομένα και την νέα ζωή που θα είναι εντελώς αντίθετη με τα όσα ζούσε μέχρι τότε… Ψηλά γράμματα για την Κύπρο. Το κράτος μας δεν παρέχει καμία βοήθεια… Είναι απλώς απών… Μόνοι μας τα κάναμε όλα, αφού πολλές φορές κτυπήσαμε το κεφάλι μας στον τοίχο και μετά από μεγάλο ψυχολογικό και οικονομικό κόστος τα καταφέραμε κατά κάποιο τρόπο… Κάποια άτομα όμως δεν μπορούν… Θυμάμαι μια μέρα μίλησα στα ΜΜΕ για αυτό το θέμα και κάποιοι με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι δεν έχουν βοήθεια από κανένα και είναι απελπισμένοι…. Άφησαν τις δουλείες τους γιατί οικονομικά δεν μπορούν να προσλάβουν φροντιστές και έμειναν στο σπίτι να φροντίζουν τον άνθρωπο τους, τον ανάπηρο τους… Κάθε μέρα η ίδια… Χωρίς Κυριακές, γιορτές και εξόδους… Κλεισμένοι στο σπίτι 365 μέρες τον χρόνο… Χωρίς χρήματα αφού δεν εργάζονται. Με μόνο εισόδημα το επίδομα βαριάς αναπηρίας που δεν φτάνει ούτε για τα απαραίτητα… Πού είναι το κράτος;»
Πόσο δύσκολη είναι η προσαρμογή;
«Πολύ δύσκολη η προσαρμογή… Παρά πολύ δύσκολη…. Γιατί μπορεί σιγά σιγά να βρεις τα χρήματα για να διαμορφώσεις το σπίτι σου να είναι προσβάσιμο, μπορεί να πάρεις όλα τα απαραίτητα εφόδια για εύκολη διαβίωση του ανάπηρου σου, αλλά δεν είναι τα μόνα προβλήματα που αντιμετωπίζεις. Υπάρχουν και προβλήματα υγείας που έρχεσαι αντιμέτωπος στην πορεία… Αρρώστιες παράξενες που δεν μπορείς να τις διαχειριστείς. Η ακινησία και ιδιαίτερα η τετραπληγία φέρνει πολλά προβλήματα υγείας. Έτσι τον πρώτο καιρό τουλάχιστον και σχεδόν κάθε μήνα ήμασταν στο νοσοκομείο με κίνδυνο να χάσει και πάλι την ζωή του… Καμία όμως γνώση δεν είχαμε σε όλα αυτά τα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε και ούτε κανένας μας προειδοποίησε. Τα συμπτώματα που έχει ο τετραπληγικός είναι φοβερά όταν κάτι πάει στραβά…. Η πίεση φθάνει 28 η ψηλή και 18 η χαμηλή! Ο πυρετός 42 και δεν υποχωρεί για μέρες, φοβεροί πονοκέφαλοι, κλπ. Όλα συμπτώματα της τετραπληγίας. Τα μάθαμε όλα στην πορεία, αφού πολλές φορές λυγίσαμε και είπαμε φτάνει πια, δεν αντέχουμε άλλο…. Κι όμως αντέξαμε, αφού δεν είχαμε κι άλλη επιλογή… Οπλιστήκαμε με δύναμη και υπομονή και αντέξαμε… Μάθαμε πολλά…
Ο γιος μου βρήκε τον τρόπο και επικοινωνούσε μέσω διαδικτύου με γιατρούς στην Αμερική και τους έλεγε τα συμπτώματα που είχε και μαζί με άλλους αρρώστους που είχαν τα ίδια προβλήματα συζητούσαν και εύρισκαν λύσεις… Με αυτό τον τρόπο μάθαμε… Με αυτό τον τρόπο αντιμετωπίσαμε την τετραπληγία και με αυτό τον τρόπο καταφέραμε να βρούμε τα πόδια μας…. Κλειστήκαμε στο σπίτι για οκτώ με δέκα χρόνια, με όλα τα πιο πάνω προβλήματα, αλλά τα καταφέραμε… Μάθαμε να αντιμετωπίζουμε κάθε πρόβλημα στην ώρα του και η ζωή μας γινόταν καλύτερη χρόνο με τον χρόνο».
Είχατε ακόμη ένα καθοριστικό ρόλο… Να ανεβάσετε την ψυχολογία του γιου σας…
«Ναι… Ναι… Αυτό έκανα κάθε μέρα στην Εντατική…. Αυτός ήταν και ο ρόλος μου ουσιαστικά… Δηλαδή, έμπαινα μέσα στην Εντατική με χαμόγελο, για να δώσω δύναμη στο γιο μου, ανεξάρτητα ότι όταν έβγαινα έξω κατέρρεα…
Μετά όταν ξεπέρασε τον κίνδυνο και βγήκε από την Εντατική και τον έβλεπα να αντιμετωπίζει την αναπηρία του με θάρρος, δύναμη και υπομονή, οι ρόλοι αντιστράφηκαν και έπαιρνα εγώ δύναμη από την δική του δύναμη… Και έτσι προχωρήσαμε και φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα…
Την δύναμη και την υπομονή που είχε και την έβλεπα καθημερινά, δεν το πίστευα… Γιατί πριν το δυστύχημα ήταν πολύ δραστήριος, ανεξάρτητος και αεικίνητος και δεν μπορούσα να φανταστώ τον γιο μου να έχει τόση δύναμη και υπομονή μετά το δυστύχημα… Όχι μόνο εγώ αλλά και όσοι τον ήξεραν δεν μπορούσαν να τον φανταστούν καθηλωμένο σε τροχοκάθισμα, με καμία κίνηση από τους ώμους και κάτω…. Κάθε μέρα μας έδινε μαθήματα ζωής. Αυτή λοιπόν η δύναμη με έκανε δυνατή και αυτός ήταν και ο λόγος που συνήλθα και συνέχισα να εργάζομαι.
Ένιωθε δυνατός…
«Πάντα… Δεν ήθελε ποτέ και κανένας να τον λυπάται. Όταν πήγαιναν συγγενείς και φίλοι να τον δουν μετά το δυστύχημα ήταν όλοι προβληματισμένοι πώς θα τον αντιμετωπίσουν… Από τα πρώτα λεπτά ένοιωθαν ανακούφιση γιατί αυτός τους μιλούσε με χιούμορ και δύναμη και έβλεπαν τον ίδιον άνθρωπο που ήξεραν και πριν. Δηλαδή δεν τους έδινε τον χρόνο να κομπλάρουν ή να τον λυπηθούν ή να εκφράσουν στενοχώρια… Με τον τρόπο σαν να τους έλεγε ‘’εγώ είμαι ο ίδιος και δεν άλλαξα. Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου… Μπορεί να είμαι ανάπηρος στο σώμα αλλά όχι στο μυαλό…’’ Και το μόνο που θέλει και το λέει πολλές φορές είναι να του συμπεριφέρονται το ίδιο όπως όλους τους άλλους ανθρώπους… Με τις ίδιες ευκαιρίες στην ζωή…
Την ίδια ώρα έπρεπε να στηρίξετε και το άλλο σας το παιδί, την κόρη σας….
«Ήταν πάρα πολύ δύσκολο γιατί και η κόρη μου λύγισε… Ήμουν μια στον ένα και μια στον άλλο αλλά νομίζω μου έδωσε δύναμη ο Θεός… Αλλιώς δεν μπορώ να καταλάβω πως άντεξα… Εκείνη την στιγμή όμως που σου συμβαίνει κάτι κακό, και ιδιαίτερα αν αυτό το κακό αφορά τα παιδιά σου, δεν έχεις την πολυτέλεια ή τον χρόνο να πεις δεν μπορώ να αντέξω όλα αυτά… Οπλίζεσαι με δύναμη και αντέχεις. Δεν έχεις την πολυτέλεια να σκεφτείς τον εαυτό σου. Πρέπει να δώσεις ότι μπορείς στους ανθρώπους που αγαπάς και που το έχουν ανάγκη… Και όταν το πετύχεις χαίρεσαι που τα κατάφερες, ανεξάρτητα από το προσωπικό σου κόστος. Το αποτέλεσμα μέτρα… Χαίρομαι όταν βλέπω τον γιο μου να προχωρά την ζωή του και να τα καταφέρνει και να πετυχαίνει και είμαι περήφανη για αυτόν, γιατί πέτυχε πολλά… Πάρα πολλά…»
Όταν ακούτε για ένα θανατηφόρο στις ειδήσεις;
«Μετά που βιώνεις ένα τόσο μεγάλο κακό στην ζωή, γίνεται πλέον βίωμα, μένει για πάντα μέσα σου, δεν φεύγει και δεν το ξεχνάς… Έτσι όταν ακούω πως έγινε κάποιο δυστύχημα, θυμάμαι την δική μας περιπέτεια, το δικό μου παιδί και λυπάμαι αφάνταστα… Σκέφτομαι εκείνη την ώρα που η μάνα τρέχει στο νοσοκομείο, εκείνη την ώρα που η μάνα είναι έξω από την Εντατική και περιμένει τον γιατρό με αγωνία να της πει ότι το παιδί της θα τα καταφέρει και θα ζήσει… Όταν ακούω πως είναι κρίσιμα στον αναπνευστήρα σκέφτομαι τις δυσκολίες που υπάρχουν για να κρατηθεί στην ζωή… θυμάμαι τα δικά μας βιώματα. 18 θάνατοι νέων παιδιών ήταν αρκετοί να μου αφήσουν αρκετά τραύματα…»
Υποσχεθήκατε στον εαυτό σας να βοηθήσετε περισσότερους νέους;
«Αυτό ήθελα πάντα και ήρθε από μόνο του όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο μου. Δεν ήξερα πόσο θα αγγίξει τον κόσμο… Τι μηνύματα θα δώσει και πόσο θα συγκινήσει τον αναγνώστη… Όταν οι φίλοι μου, μου έλεγαν ότι μετά την ανάγνωση του βιβλίου τα μηνύματα που έπαιρναν δεν ήταν μόνο πόνου και λύπης αλλά και ελπίδας και αισιοδοξίας, αυτό και μόνο μου έδωσε θάρρος και δύναμη να ενταχθώ στον εθελοντισμό και να εντάξω τον εαυτό μου στην πρόληψη και διαφώτιση τροχαίων δυστυχημάτων, προβάλλοντας πάντα την δική μου περιπέτεια για να δείξω στους νέους πως 1 λεπτό απερισκεψία ή επιπολαιότητας χρειάζεται για να ανατραπεί ολόκληρη η ζωή σου… Με την στήριξη βέβαια της αστυνομίας και ιδιαίτερα της τροχαίας Αρχηγείου. Το έργο της αστυνομίας, των εθελοντών και των διαφόρων ιδιωτικών ιδρυμάτων που τάχθηκαν να σώσουν τους νέους από τα τροχαία δυστυχήματα είναι συνεχείς και κάνουν σπουδαία δουλειά πάνω σε αυτό το θέμα και αξίζουν συγχαρητήρια.
Κανείς δεν πρέπει να επαναπαύεται και να λέει ότι δεν θα του συμβεί κάτι στην ζωή του…. Σε όλους μπορεί συμβεί ανά πάσα στιγμή…. Από την στιγμή που μπαίνεις σε ένα αυτοκίνητο είσαι υποψήφιος δολοφόνος ή υποψήφιο θύμα…. Ιδιαίτερα όταν δεν ακολουθείς τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας.
Ο γιος μου ήταν πάρα πολύ προσεκτικός οδηγός και σπάνια έμπαινε σε ξένα αυτοκίνητα. Έτυχε όμως να μπει εκείνο το βράδυ σε αυτοκίνητο που οδηγούσε ο φίλος του φίλου του και αυτό το λάθος του στοίχισε ολόκληρη την ζωή και την αρτιμέλεια του για μια επιπολαιότητα, για μια κακή στιγμή μας καταδίκασε να υποφέρουμε σε όλη μας την ζωή».
Νομίζω πως η παιδεία είναι το σημαντικότερο όπλο…
«Η οδική παιδεία είναι πολύ σημαντική και πρέπει να γίνεται από την νηπιακή ακόμη ηλικία, για να αποκτήσει το παιδί οδική συνείδηση από τους ίδιους του γονείς… Όταν το παιδί βλέπει τον πατέρα του ή την μητέρα του να προσέχουν στον δρόμο, να τηρούν τους νόμους και να σέβονται τους άλλους οδηγούς θα αποκτήσει από μικρός οδική παιδεία…. Όταν όμως οι γονείς τρέχουν ή βρίζουν ή προσπερνούν επικίνδυνα αλλά αυτοκίνητα, τι οδική συνείδηση να του δώσει; Πιστεύω και μετά στα σχολεία πρέπει να γίνει ειδικό μάθημα όπου τα παιδιά θα μάθουν να προσέχουν στον δρόμο και όταν μεγαλώσουν να γίνουν προσεκτικοί οδηγοί… Όχι όμως μόνο αυτό, πρέπει να μάθουν και τις συνέπειες μιας παρανομίας στο δρόμο. Όπως είναι ο θάνατος, οι αναπηρίες κλπ…
Για αυτό τον λόγο εμείς που ταχθήκαμε να βοηθήσουμε αλλά παιδιά να προσέχουν και να μην έχουν τα δική μας ατυχία. Εθελοντικά πάμε σε διαλέξεις στα σχολεία ή στα στρατόπεδα και καταθέτουμε την ψυχή μας. Έτσι, τα παιδιά έρχονται αντιμέτωποι με κάτι αληθινό και τους αγγίζει και μαζί τους προβληματίζει. Και όταν πλέον ενηλικιωθούν και πάρουν τιμόνι στα χέρια τους, θα είναι προσεκτικοί».
Σε άλλες χώρες υπάρχουν εναλλακτικές ποινές και οι πολίτες έχουν διαφορετική νοοτροπία…
«Νομίζω στο εξωτερικό υπάρχουν αυστηρότερες ποινές από την Κύπρο και ο κόσμος είναι πιο προσεκτικός στο δρόμο. Δεν οδηγούν εγωιστικά. Σέβονται τους άλλους οδηγούς και την εξυπνάδα τους δεν την δείχνουν στους δρόμους. Επίσης δεν παρκάρουν στα πεζοδρόμια. Τα πεζοδρόμια τους είναι καθαρά για τους πεζούς, τα καροτσάκια με μωρά και για τα τροχοκαθίσματα. Αυτό το είδα όταν πριν 2 χρόνια πήγα στην Αγγλία και είδα πολλούς ανάπηρους να κυκλοφορούν με τα τροχοκαθίσματα τους, χωρίς συνοδούς και χωρίς κανένα πρόβλημα. Καμία σύγκριση με την Κύπρο που τα πεζοδρόμια μας γίνονται παρκινγκ, φυτεύουμε δέντρα και τα στολίζουμε με γλάστρες, λες και είναι ιδιοκτησία μας. Πού μπορεί κάποιος με τροχοκάθισμα να κυκλοφορήσει; Στα δύο μέτρα από το σπίτι του θα βρει σίγουρα εμπόδια και θα πρέπει να κατέβει στο δρόμο… Εκεί σίγουρα κινδυνεύει να χάσει την ζωή του»
*Το βιβλίο της κ. Θέμις Σπανού, 111 Mέρες στην Εντατική, μπορείτε να το βρείτε στα βιβλιοπωλείαΠάργα, σε όλες τις Επαρχίες, και στο βιβλιοπωλείο Σολώνειο. Επίσης πωλείται και στην Οργάνωση Παραπληγικών Κύπρου (ΟΠΑΚ) και τα έσοδα από το βιβλίο πάνε στην οργάνωση.
Διαβάστε επίσης