Ποιος είναι ο δολοφόνος
Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις στην υπόθεση της δολοφονίας της Καρολάιν στα Γλυκά Νερά. Σύμφωνα με νέα στοιχεία που προκύπτουν, αυτό που «ανάγκασε» τις Αρχές να φέρουν τον πιλότο άρον άρον από την Αλόννησο όπου σήμερα τελείται τρισάγιο στη μνήμη της 20χρονης δολοφονημένης κοπέλας, είναι ένα κινητό-ρολόι που φέρεται να φορούσε η Καρολάιν.
Σύμφωνα με το Open TV, όταν οι αξιωματικοί της Αστυνομίας το έλεγξαν, διαπίστωσαν ότι είχε καταγράψει παλμούς σε διαφορετικές ώρες απ’ αυτές που είπε ο σύζυγος και μοναδικός μάρτυρας ότι δολοφονήθηκε. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. οι ώρες αυτές δεν μπορούσαν να συμπίπτουν με όσα γίνονταν στο σπίτι την ώρα της δολοφονίας.
Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις ο ίδιος ο 32χρονος και παρά το γεγονός ότι βρισκόταν στο μνημόσυνο του έστειλαν ελικόπτερο να τον φέρει στη ΓΑΔΑ για να μην χαθεί άλλος χρόνος στην προσπάθεια εξιχνίασης της υπόθεσης.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, κάθε φορά που οι αξιωματικοί καλούσαν τον σύζυγο να δει φωτογραφίες υπόπτων και κατέληγε σε αναγνώριση φερόμενου ως δράστη, το στοιχείο που έψαχναν για να «δέσουν» την υπόθεση, δεν το έβρισκαν. Οταν άρχισαν να κλείνονται μία μία οι πόρτες αυτές, έστρεψαν κι αλλού τις έρευνες και πλέον φτάσαμε στο «σήμερα», όπου ο 32χρονος καλείται να δώσει απαντήσεις για τα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει.
Η κατάθεση του πιλότου
Σύμφωνα με το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Alpha, στην κατάθεση του ο πιλότος αναφέρει: «Είμαστε αγαπημένοι και μένουμε στη μεζονέτα. Η γυναίκα μου δεν εργάζεται και σπουδάζει στο πανεπιστήμιο”, λέει αρχικά ο πιλότος για να αναφερθεί στη συνέχεια στο τρόπο με τον οποίο τον ακινητοποίησαν οι δράστες. «Επειδή ένιωθα το όπλο και έβλεπα τον άλλο να στοχεύει τη γυναίκα μου με το revolver, δεν αντιστάθηκα καθόλου και έπεσα στο πάτωμα. Τους είπα πως τα χρήματα είναι στο σαλόνι. Αυτός με το πιστόλι ξεκίνησε να μου δένει το στόμα με ταινία. Με έπιασε στο στόμα και γύρω από το κεφάλι και τον λαιμό πολλές φορές σφιχτά και συνέχισε να με κρατάει στο πάτωμα, σπρώχνοντας με το χέρι του στην πλάτη».
Προσπαθώντας να περιγράψει τους ανθρώπους που εισέβαλαν στο σπίτι του δήλωσε: «Οι δύο άνδρες ήταν πιο ψηλοί από εμένα, που είμαι 1.77. Φορούσαν σκούρα ρούχα, μακρυμάνικες μπλούζες και μαύρα γάντια στα χέρια τους. Στο κεφάλι τους φορούσαν full face κουκούλες και φαίνονταν μόνο τα μάτια τους. Ο ένας κρατούσε ένα μαύρο πιστόλι και ο άλλος ένα ασημένιο revolver, αυτό με τον μύλο. Τους δύο ψηλούς δεν μπορώ να τους αναγνωρίσω, είδα μόνο τα μάτια τους και θυμάμαι το βλέμμα τους. Αυτός με το revolver φαινόταν λιγότερο σίγουρος για τις κινήσεις του, δεν πήρε πρωτοβουλίες».
«Προσπάθησα να καλέσω το “100”, αλλά επειδή το έκανα με τη μύτη, πρέπει να πήρα και άλλα παρόμοια νούμερα. Τελικά κατάφερα να μιλήσω με την αστυνομία και φώναζα βοήθεια. Μου ζητούσαν να πω που είμαι, αλλά επειδή είχα την ταινία στο στόμα, δεν ξέρω αν με κατάλαβαν. Αφού έκλεισε η γραμμή, κάλεσα από την επανάκληση τη γειτόνισσα μας. Και σ’ αυτήν φώναζα όσο μπορούσα βοήθεια. Τελικά μετά από περίπου 15-20 λεπτά άκουσα θόρυβο από κάτω, οι αστυνομικοί κατάφεραν να μπουν στο σπίτι, δεν ξέρω με ποιον τρόπο», είπε ο πιλότος
Διαβάστε επίσης