Η αναλογία μέσης προς γοφούς θεωρείται πιο αξιόπιστος δείκτης υγείας και μακροζωίας σε σύγκριση με τον κλασικό Δείκτη Μάζας Σώματος υποστηρίζουν οι ειδικοί – Δείτε γιατί
Την μεγαλύτερη αξία της αναλογίας μέσης – γοφών ως δείκτη πρόωρου θανάτου συγκριτικά με τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ, BMI) προκρίνει νέα έρευνα Καναδών επιστημόνων που παρουσιάζεται στο ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαικής Εταιρίας Διαβήτη (EASD) στη Στοκχόλμη.
Ο ΔΜΣ χρησιμοποιείται ευρέως για την εκτίμηση του βάρους ενός ανθρώπου – όταν ο ΔΜΣ, ο οποίος υπολογίζεται διαιρώντας τα κιλά με το τετράγωνο του ύψους (kg/m2) είναι από 18.5 έως 24.9 kg/m2, το βάρος θεωρείται φυσιολογικό.
«Ωστόσο ο ΔΜΣ δεν λαμβάνει υπόψιν την κατανομή του λίπους. Ο δείκτης αυτός δεν λαμβάνει υπόψιν που συγκεντρώνεται το λίπος γύρω από τους γοφούς ή τη μέση, επομένως ο ΔΜΣ δεν προβλέπει με ακρίβεια τον κίνδυνο ασθένειας ή θνησιμότητας» επισημαίνει ο Irfan Khan φοιτητής ιατρικής στο Τμήμα Υγείας του University College Cork στην Ιρλανδία που διεξήγαγε την έρευνα σε συνεργασία με επιστήμονες από τον Καναδά.
Οι ερευνητές θέλησαν να διαπιστώσουν κατά πόσο η αναλογία μέσης – γοφών (WHR) ή ο δείκtης μάζας λίπους (FMI) θα μπορούσαν να προβλέψουν με μεγαλύτερη αξιοπιστία τη θνησιμότητα σε διαφορετικούς τύπους κατανομής λίπους.
Αρχικά οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία της Βρετανικής Βιοτράπεζας (UK Biobank) και τεκμηρίωσαν ότι τα υψηλότερα επίπεδα λίπους προκαλούν αυξημένη θνησιμότητα και δεν συσχετίζονται απλά με αυτή.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές εφάρμοσαν γενετικά καθορισμένες μετρήσεις παχυσαρκίας – δηλαδή πληροφορίες για τα γονίδια που σχετίζονται με τους ανωτέρω δείκτες (BMI, WHR, FMI)- σε δεδομένα για 25.297 Καυκάσιους άνδρες και γυναίκες των οποίων η υγεία είχε παρακολουθηθεί ως μέρος της μελέτης UK Biobank μέχρι το θάνατό τους και σε 25.297 άτομα της ομάδας ελέγχου αντίστοιχης ηλικίας, φύλου και καταγωγής. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν 61,6 έτη και το 59,3% ήταν άνδρες.
Αυτή η σύγκριση έδειξε ότι η σχέση ανάμεσα στην αναλογία μέσης – γοφών και θανάτου απο κάθε αιτία αυξανόταν γραμμικά, γεγονός που σημαίνει ότι ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου ήταν χαμηλότερος για όσους είχαν τον χαμηλότερο λόγο αυτής της αναλογίας, ενώ αυξανόταν όσο ο λόγος της αναλογίας μεγάλωνε.
Αντιθέτως ο BMI και ο FMI είχαν μια σχέση καμπύλης J με την θνησιμότητα από κάθε αίτιο, γεγονός που σημαίνει ότι οι πολύ υψηλές ή αντίστοιχα πολύ χαμηλές τιμές τους σχετίζονταν με αυξημένο κίνδυνο θανάτου συγκριτικά με τις μέτριες τιμές.
Ο δείκτης αναλογίας μέσης – γοφών (WHR) συσχετίστηκε πιο έντονα με τη θνησιμότητα από κάθε αιτία σε σχέση με τους άλλους δύο δείκτες. Για παράδειγμα, κάθε αύξηση κατά μία μονάδα του WHR αύξανε τις πιθανότητες πρόωρου θανάτου δύο φορές περισσότερο από μια αύξηση κατά μία μονάδα του δείκτη μάζας σώματος ή του δείκτη μάζας λίπους.
Η συσχέτιση μεταξύ του WHR και της θνησιμότητας από κάθε αιτία ήταν συνεπής σε διαφορετικές κατανομές λίπους και ισχυρότερη στους άνδρες παρά στις γυναίκες.
Όπως εξηγεί ο Irfan Khan το μεγάλο πλεονέκτημα της αναλογίας μέσης – γοφών είναι ότι λαμβάνει υπόψιν την εναπόθεση λίπους στην κοιλιά, ένα δεδομένο καίριο για τη μακροζωία και τον κίνδυνο θανάτου από καρδιομεταβολικά νοσήματα, το οποίο όμως δεν λαμβάνεται υπόψιν στον υπολογισμό του δείκτη μάζας σώματος.
Για τους ερευνητές το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: η αναλογία μέσης – γοφών θα πρέπει να αντικαταστήσει τον δείκτης μάζας σώματος ως απλό μέσο υπολογισμού ενός υγιούς βάρους.
Με απλά λόγια η αναλογία της μέσης προς τους γοφούς είναι ένας τρόπος να εκτιμήσετε κατά πόσο παρουσιάζετε κεντρικού τύπου παχυσαρκία. Για να την υπολογίσετε μετρήστε τη μέση σας στο ύψος του αφαλού και στη συνέχεια περάστε τη μεζούρα από το πιο φαρδύ σημείο της περιφέρειας των γοφών σας. Στη συνέχεια διαιρέστε το πρώτο νούμερο με το δεύτερο. Εάν π.χ., η περιφέρεια της μέσης είναι 60εκ και των γοφών σας 80εκ. τότε η αναλογία μέσης προς γοφούς είναι 60/80= 0,75. Στους άνδρες προτιμάται ο λόγος αυτός να μην ξεπερνά το 0,95 και στις γυναίκες το 0,80.