Ακόμη ένα σημαντικό όφελος για την υγεία διαπιστώθηκε από τους επιστήμονες ότι «κρύβεται» στο κορυφαίο διατροφικό πρότυπο παγκοσμίως, προστατεύοντας τις γυναίκες από τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, που ευθύνεται για το ένα τρίτο των γυναικείων θανάτων παγκοσμίως
Οι συνήθειες του τρόπου ζωής αναμφισβήτητα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην υγεία του οργανισμού. Η διατροφή, το κάπνισμα, η έκθεση σε ρύπους, όλα παίζουν τον ρόλο τους. Κι ενώ είναι δύσκολο να ελέγξουμε το σύνολο των ανθυγιεινών παραγόντων, υπάρχουν ορισμένες καλές συνήθειες, που μπορούμε να υιοθετήσουμε, εξασφαλίζοντας πολύτιμα οφέλη για τον οργανισμό.
Μία από αυτές είναι φυσικά η διατροφή, η οποία μπορεί να επιδράσει σε μια σειρά από διάφορους παράγοντες υγείας, όπως έχει αναδείξει πλήθος μελετών. Νέα έρευνα, που επικεντρώνεται στην υγεία των γυναικών, υποστηρίζει ότι μία συγκεκριμένη διατροφή μπορεί να θωρακίσει την υγεία της καρδιάς, αλλά και να μειώσει τη θνησιμότητα. Ο λόγος για την διάσημη μεσογειακή διατροφή, που αναδεικνύεται σταθερά κορυφαίο διατροφικό πρότυπο παγκοσμίως. Η υψηλή περιεκτικότητά της σε τρόφιμα όπως δημητριακά ολικής άλεσης, λαχανικά, φρούτα, όσπρια, ξηροί καρποί και εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και η χαμηλή κατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος, γαλακτοκομικών προϊόντων, ζωικού λίπους και επεξεργασμένων τροφίμων, οδηγούν σε μια σειρά από σημαντικά οφέλη για την ανθρώπινη υγεία.
Μεταξύ άλλων, οι επιστήμονες ανακάλυψαν τώρα ότι η μεσογειακή διατροφή μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, αλλά και θανάτου από οποιαδήποτε αιτία στις γυναίκες. Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται στο Heart.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις ευθύνονται για περισσότερο από το 1/3 των θανάτων των γυναικών σε όλο τον κόσμο. Οι ερευνητές συγκέντρωσαν τις βάσεις δεδομένων 190 σχετικών μελετών, αξιοποιώντας τελικά τα στοιχεία 16 ερευνών, μεταξύ 2003 και 2021, προχωρώντας στη μεγαλύτερη ανασκόπηση που έχει γίνει μέχρι σήμερα σε αυτό τον τομέα. Πρόκειται για μελέτες που διεξήχθησαν κυρίως σε ΗΠΑ και Ευρώπη και αφορούσαν περισσότερες από 700.000 γυναίκες ηλικίας 18 ετών και άνω, των οποίων η καρδιαγγειακή υγεία παρακολουθούνταν κατά μέσο όρο για 12,5 χρόνια.